Σελίδες

Κυριακή 27 Μαρτίου 2016

4. ΚΑΒΑΦΗΣ

4. Κ.Π. Καβάφης

(29 Απριλίου 1863- 29 Απριλίου 1933)


Γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια. Έμπορος ήταν και ο πατέρας του. Η μητέρα του καταγόταν από την Κωνσταντινούπολη. Μετά το θάνατο του πατέρα του ακολούθησε τις μετακινήσεις της οικογένειας του και έζησε από το 1872 ως το 1878 στο Λονδίνο και από το 1882 ως το 1885 στην Κωνσταντινούπολη. Μετά το 1885 εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Αλεξάνδρεια, όπου και πέθανε. Τις εγκύκλιες σπουδές του έκανε στο Λονδίνο και στην Αλεξάνδρεια. Πανεπιστημιακές σπουδές δεν έκανε, αλλά κατόρθωσε να αποκτήσει βαθύτατη μόρφωση με τις προσωπικές του μελέτες (κυρίως ιστορίας). Επίσης η διαμονή του στα μεγάλα κοσμοπολίτικα κέντρα της εποχής του (Λονδίνο, Κωνσταντινούπολη, Αλεξάνδρεια) τον εφοδίασε με πλούσια πείρα. Γνώριζε πολύ καλά τη γαλλική και την αγγλική γλώσσα.
Ποιήματα αρχίζει να δημοσιεύει το 1886, αλλά θα αργήσει να βρει την προσωπική του έκφραση. Ως το 1900 περίπου η ποίησή του είναι επηρεασμένη από τους ρομαντικούς ποιητές στη διάθεση, στη στιχουργία και στη γλώσσα (καθαρεύουσα). Κατόρθωσε όμως να απαλλαγεί από τους παραδοσιακούς λυρικούς τρόπους και να δημιουργήσει μια ποίηση έντονα προσωπική. Μια τέτοια ποίηση ερχόταν σε αντίθεση με την ποίηση που την ίδια εποχή καλλιεργούνταν στην Αθήνα με κύριο εκπρόσωπο τον Κωστή Παλαμά. Γι' αυτό και άργησε να γίνει αποδεκτή.
Πρώτος τον παρουσίασε στην Αθήνα ο Γρ. Ξενόπουλος το 1903 μ' ένα άρθρο του στο περιοδικό Παναθήναια , αλλά η φήμη του εδραιώνεται μετά το 1920, οπότε και έχομε το πρώτο αφιέρωμα στον Καβάφη του περ. Ποιητική Τέχνη (1924). Η οξύτατη σκέψη του ποιητή, η βαθιά αίσθηση του τραγικού και η εκλεπτυσμένη ευαισθησία του δίνουν στην ποίηση του βάθος και πολλαπλές διαστάσεις. Σήμερα ο Καβάφης θεωρείται ένας από τους κορυφαίους ποιητές, όχι μονάχα της ελληνικής, αλλά και της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας.
Τα ποιήματά του δημοσιεύονται συνήθως σε τρεις μεγάλες κατηγορίες:  Τα αναγνωρισμένα (154 ποιήματα), τα αποκηρυγμένα (37 ποιήματα) και τα κρυμμένα- ανέκδοτα (75 ποιήματα).
Τα ποιήματά του ως προς το θέμα τους χωρίζονται σε τρεις κατηγορίες: τα ιστορικά, τα φιλοσοφικά και τα ερωτικά. Από τα «ιστορικά» τα πιο πολλά αναφέρονται σε περιστατικά των ελληνιστικών κυρίως χρόνων (αλλά και των ρωμαϊκών και βυζαντινών) ή σε πλαστά περιστατικά, που ο ποιητής παρουσιάζει ως ιστορικά (ψευδοϊστορικά). Μέσα από αυτά εκφράζονται συνήθως σύγχρονες καταστάσεις. Τα «φιλοσοφικά» του είναι κυρίως ποιήματα βιοθεωρίας, όπου ο διδακτικός τόνος είναι έκφραση ζωής συνειδητά βιωμένης, ενώ στα «ερωτικά» συνυφαίνεται ο ηδονισμός με τον αισθητισμό.

Χαρακτηριστικά γνωρίσματα της ποίησης του Καβάφη

1.  Ιδιότυπη γλώσσα: Η γλώσσα του Καβάφη αποτελεί κράμα: Χρησιμοποιεί ως βάση τη δημοτική, εμπλουτισμένη με λόγιους – αρχαΐζοντες τύπους και ιδιωματικούς τύπους από το κωνσταντινοπολίτικο ιδίωμα (όπως μιλιόταν στην παροικία της Αλεξάνδρειας).
2.     Από άποψη μορφής: Τα ποιήματά του ανήκουν στη μοντέρνα ποίηση. Συνήθως, δεν έχουν ομοιοκαταληξία (και αν έχουν, τότε εξυπηρετείται μάλλον η ειρωνική διάθεση του ποιητή), οι στροφές δεν έχουν ίσο αριθμό στίχων και οι στίχοι είναι ανισοσύλλαβοι. Το μέτρο είναι συνήθως ιαμβικό (πεζολογικός ρυθμός)Η στίξη είναι προσεκτικά τοποθετημένη και παίζει σημαντικό ρόλο (πχ. ειρωνεία, σκηνοθετικές οδηγίες απαγγελίας, όπως χαμήλωμα φωνής όταν έχουμε παρένθεση κ.ά.).
3. Ο ποιητικός του λόγος:  είναι απλός, λιτός, πυκνός, επιγραμματικός, πεζολογικός. Κυριαρχούν τα ρήματα και τα ουσιαστικά. Απουσιάζουν οι λυρικές εκφράσεις, τα πλούσια εκφραστικά μέσα και τα επίθετα και όποτε χρησιμοποιούνται εξυπηρετούν κυρίως την καβαφική ειρωνεία, η οποία χαρακτηρίζει πολλά από τα ποιήματά του.
4.  H αφήγηση και οι περιγραφές του είναι ρεαλιστικές. Ο λόγος του χαρακτηρίζεται από ακριβολογία.
5.     Aπουσιάζει σχεδόν τελείως η περιγραφή της φύσης.(ποιητής του κλειστού χώρου)
6.    Ο δραματικός μονόλογος (το ποιητικό υποκείμενο απευθύνεται στο “εσύ”) και ο διάλογος είναι από τους κύριους αφηγηματικούς τρόπους που χρησιμοποιεί. Τα ποιήματά του χαρακτηρίζονται από θεατρικότητα. Στο έργο του δρουν πρόσωπα και προσωπεία, όπως στο αρχαίο δράμα, πίσω από τα οποία κρύβεται ο ποιητής. Yποδύεται ρόλους.

http://www.kavafis.gr (επίσημος διαδικτυακός τόπος του αρχείου Καβάφη)

Ιθάκη

Σα βγεις στον πηγαιμό για την Ιθάκη,
να εύχεσαι να΄ ναι μακρύς ο δρόμος,
γεμάτος περιπέτειες, γεμάτος γνώσεις.
Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας,
τον θυμωμένο Ποσειδώνα μη φοβάσαι,                5
τέτοια στον δρόμο σου ποτέ σου δεν θα βρεις,
αν μέν’ η σκέψις σου υψηλή, αν εκλεκτή
συγκίνησις το πνεύμα και το σώμα σου αγγίζει.
Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας,
τον άγριο Ποσειδώνα δεν θα συναντήσεις,         10
αν δεν τους κουβανείς μες στην ψυχή σου,
αν η ψυχή σου δεν τους στήνει εμπρός σου.

Να εύχεσαι να΄ ναι μακρύς ο δρόμος.               
Πολλά τα καλοκαιρινά πρωιά να είναι
που με τι ευχαρίστησι, με τι χαρά                      15
θα μπαίνεις σε λιμένας πρωτοειδωμένους·
να σταματήσεις σ’ εμπορεία Φοινικικά,
και τες καλές πραγμάτειες ν’ αποκτήσεις,
σεντέφια και κοράλλια, κεχριμπάρια κ’ έβενους,
και ηδονικά μυρωδικά κάθε λογής,                   20
όσο μπορείς πιο άφθονα ηδονικά μυρωδικά·
σε πόλεις Aιγυπτιακές πολλές να πας,
να μάθεις και να μάθεις απ’ τους σπουδασμένους.

Πάντα στον νου σου να΄ χεις την Ιθάκη.
Το φθάσιμον εκεί είν’ ο προορισμός σου.           25
Aλλά μη βιάζεις το ταξείδι διόλου.
Καλλίτερα χρόνια πολλά να διαρκέσει·
και γέρος πια ν’ αράξεις στο νησί,
πλούσιος με όσα κέρδισες στον δρόμο,
μη προσδοκώντας πλούτη να σε δώσει η Ιθάκη. 30

Η Ιθάκη σ’ έδωσε τ’ ωραίο ταξίδι.
Χωρίς αυτήν δεν θα΄ βγαινες στον δρόμο.
Άλλα δεν έχει να σε δώσει πια.

Κι αν πτωχική την βρεις, η Ιθάκη δεν σε γέλασε.
Έτσι σοφός που έγινες, με τόση πείρα,              35
ήδη θα το κατάλαβες οι Ιθάκες τι σημαίνουν. 

α1. Το ποίημα ανήκει στην παραδοσιακή ή στη μοντέρνα ποίηση; Να αναφέρετε τέσσερα (4) χαρακτηριστικά που επιβεβαιώνουν την απάντησή σας.



β1. Ποιες παρατηρήσεις μπορείτε να κάνετε για τη γλώσσα του ποιήματος; Να στηρίξετε την απάντησή σας με παραδείγματα από το ποίημα.
β2. Ο ποιητής χρησιμοποιεί στο ποίημα το β΄ ενικό πρόσωπο. Σε ποιον νομίζετε ότι απευθύνεται; Τι πετυχαίνει μ΄ αυτόν τον εκφραστικό τρόπο;


γ1. Ο Καβάφης επηρεάστηκε από τον συμβολισμό. Να καταγράψετε τρεις (3) λέξεις ή φράσεις που λειτουργούν ως σύμβολα και να δώσετε την ερμηνεία τους.

δ1. Οι στίχοι 14-23 έχουν έναν «απαριθμητικό» χαρακτήρα. Απαριθμούν τα αγαθά που αποκομίζει ο ταξιδιώτης για την Ιθάκη. Ποια είναι αυτά τα πολύτιμα αγαθά και πώς θα μπορούσαν να ερμηνευτούν;
δ2. Έχει διατυπωθεί η άποψη ότι στον Καβάφη το βασικό νόημα αποκωδικοποιείται στον τελευταίο στίχο του ποιήματος, δηλαδή ο καταληκτικός στίχος κρύβει τη βαθύτερη ουσία του κειμένου. Επαληθεύεται η παραπάνω άποψη στο συγκεκριμένο ποίημα; Να τεκμηριώσετε την απάντησή σας.
δ3. Σε ποια κατηγορία των ποιημάτων του Καβάφη (βλ.εισαγωγή) θα μπορούσατε να εντάξετε το ποίημα; Να αιτιολογήσετε την απάντησή σας.


Τείχη (1897)
Χωρίς περίσκεψιν, χωρίς λύπην, χωρίς αιδώ
μεγάλα κ' υψηλά τριγύρω μου έκτισαν τείχη.

Και κάθομαι και απελπίζομαι τώρα εδώ.
Άλλο δεν σκέπτομαι: τον νουν μου τρώγει αυτή η τύχη·

διότι πράγματα πολλά έξω να κάμω είχον.
Α όταν έκτιζαν τα τείχη πώς να μην προσέξω.

Αλλά δεν άκουσα ποτέ κρότον κτιστών ή ήχον.
Ανεπαισθήτως μ' έκλεισαν από τον κόσμον έξω.

Περιμένοντας τους βαρβάρους (1904)


- Τι περιμένουμε στην αγορά συναθροισμένοι;
   Είναι οι βάρβαροι να φθάσουν σήμερα.

- Γιατί μέσα στην Σύγκλητο μια τέτοια απραξία;
Τι κάθοντ' οι Συγκλητικοί και δεν νομοθετούνε;

Γιατί οι βάρβαροι θα φθάσουν σήμερα.                   
Τι νόμους πια θα κάμουν οι Συγκλητικοί;
Οι βάρβαροι σαν έλθουν θα νομοθετήσουν.

- Γιατί ο αυτοκράτωρ μας τόσο πρωί σηκώθη,
και κάθεται στης πόλεως την πιο μεγάλη πύλη
στον θρόνο επάνω, επίσημος, φορώντας την κορόνα; 

Γιατί οι βάρβαροι θα φθάσουν σήμερα.
Κι ο αυτοκράτωρ περιμένει να δεχθεί.
τον αρχηγό τους. Μάλιστα ετοίμασε
για να τον δώσει μια περγαμηνή. Εκεί
τον έγραψε τίτλους πολλούς κι ονόματα.                 

- Γιατί οι δυο μας ύπατοι κι οι πραίτορες εβγήκαν
σήμερα με τες κόκκινες, τες κεντημένες τόγες·
γιατί βραχιόλια φόρεσαν με τόσους αμεθύστους,
και δαχτυλίδια με λαμπρά, γυαλιστερά σμαράγδια·
γιατί να πιάσουν σήμερα πολύτιμα μπαστούνια            20
 μ' ασήμια και μαλάματα έκτακτα σκαλιγμένα;

Γιατί οι βάρβαροι θα φθάσουν σήμερα·
και τέτοια πράγματα θαμπώνουν τους βαρβάρους.

- Γιατί κι οι άξιοι ρήτορες δεν έρχονται σαν πάντα
να βγάλουνε τους λόγους τους, να πούνε τα δικά τους; 

Γιατί οι βάρβαροι θα φθάσουν σήμερα·
κι αυτοί βαριούντ' ευφράδειες και δημηγορίες.

- Γιατί ν' αρχίσει μονομιάς αυτή η ανησυχία
κι η σύγχυσις. (Τα πρόσωπα τι σοβαρά που εγίναν).
Γιατί αδειάζουν γρήγορα οι δρόμοι κι οι πλατέες,         
κι όλοι γυρνούν στα σπίτια τους πολύ συλλογισμένοι;

Γιατί ενύχτωσε κι οι βάρβαροι δεν ήλθαν.
Και μερικοί έφθασαν απ' τα σύνορα,
και είπανε πως βάρβαροι πια δεν υπάρχουν.

Και τώρα τι θα γενούμε χωρίς βαρβάρους.                 
Οι άνθρωποι αυτοί ήσαν μια κάποια λύσις.

 

 

α1. Το ποίημα ανήκει στην παραδοσιακή ή στη μοντέρνα ποίηση; Να αναφέρετε τέσσερα (4) χαρακτηριστικά που επιβεβαιώνουν την απάντησή σας.



β1. Ποιες παρατηρήσεις μπορείτε να κάνετε για τη γλώσσα του ποιήματος; Να στηρίξετε την απάντησή σας με παραδείγματα από το ποίημα.
β2. Το ποίημα διακρίνεται για τη θεατρικότητά του. Να βρείτε τα στοιχεία που τη συνιστούν.
β3. Σε ποια εποχή ή πόλη νομίζετε ότι διαδραματίζονται τα γεγονότα; Να δικαιολογήσετε την απάντησή σας με λέξεις ή φράσεις του ποιήματος.

γ1. Σε ποια κατηγορία των ποιημάτων του Καβάφη (βλ.εισαγωγή) θα μπορούσατε να εντάξετε το ποίημα; Να αιτιολογήσετε την απάντησή σας.

δ1. Ποια είναι τα χαρακτηριστικά των «βαρβάρων», όπως προκύπτουν από το ποίημα; Τι συμβολίζουν, κατά τη γνώμη σας, οι βάρβαροι;
δ2. Ποια γνωρίσματα δείχνει να έχει η Πολιτεία που περιμένει τους βαρβάρους; 
δ3. Να σχολιάσετε τους δυο τελευταίους στίχους του ποιήματος.





Ηδονή (1917)
Χαρά και μύρο της ζωής μου η μνήμη των ωρών
που ηύρα και που κράτηξα την ηδονή ως την ήθελα.
Χαρά και μύρο της ζωής μου εμένα, που αποστράφηκα
την κάθε απόλαυσιν ερώτων της ρουτίνας. 

Η πόλις (1910)
Είπες· «Θα πάγω σ' άλλη γη, θα πάγω σ' άλλη θάλασσα.
Μια πόλις άλλη θα βρεθεί καλλίτερη απ' αυτή.
Κάθε προσπάθεια μου μια καταδίκη είναι γραφτή·
κ' είν' η καρδιά μου -σαν νεκρός- θαμμένη.
Ο νους μου ως πότε μες στον μαρασμόν αυτόν θα μένει.
Όπου το μάτι μου γυρίσω, όπου κι αν δω
ερείπια μαύρα της ζωής μου βλέπω εδώ,
που τόσα χρόνια πέρασα και ρήμαξα και χάλασα.»

Καινούργιους τόπους δεν θα βρεις, δεν θα βρεις άλλες θάλασσες.
Η πόλις θα σε ακολουθεί. Στους δρόμους θα γυρνάς
τους ίδιους. Και στες γειτονιές τες ίδιες θα γερνάς·
και μες στα ίδια σπίτια αυτά θ' ασπρίζεις.
Πάντα στην πόλι αυτή θα φθάνεις. Για τα αλλού -μη ελπίζεις-
δεν έχει πλοίο για σε, δεν έχει οδό.
Έτσι που τη ζωή σου ρήμαξες εδώ
στην κώχη τούτη την μικρή, σ' όλην την γη την χάλασες.

α1. Στα ποιήματα του Καβάφη συναντάμε χαρακτηριστικά τόσο της παραδοσιακής όσο και της μοντέρνας ποίησης. Να τεκμηριώσετε την παραπάνω παρατήρηση.


β1. Ποιες παρατηρήσεις μπορείτε να κάνετε για τη γλώσσα του ποιήματος; Να στηρίξετε την απάντησή σας με παραδείγματα από το ποίημα.
β2. Προσέξετε τα ρηματικά πρόσωπα που χρησιμοποιούνται στο ποίημα. Ποιο κλίμα δημιουργούν;
β3. Ποια είναι η βασική αντίθεση που κυριαρχεί στο ποίημα; Να τη σχολιάσετε.
β4. Να εντοπίσετε τέσσερις (4) μεταφορικές εκφράσεις και να σχολιάσετε τη λειτουργία τους.

γ1. Ποια στοιχεία θεατρικότητας εντοπίζετε στο ποίημα; 

δ1. Ποιο είναι, κατά τη γνώμη σας, το νόημα του ποιήματος; Να σχολιάσετε ιδιαίτερα τους δύο ακροτελεύτιους στίχους.
δ2. Σε ποια κατηγορία των ποιημάτων του Καβάφη (βλ. εισαγωγή) θα μπορούσατε να εντάξετε το ποίημα; Να αιτιολογήσετε την απάντησή σας.


Ένας γέρος (1897)
Στου καφενείου του βοερού το μέσα μέρος
σκυμένος στο τραπέζι κάθετ' ένας γέρος·
με μιαν εφημερίδα εμπρός του, χωρίς συντροφιά.

Και μες στων άθλιων γηρατειών την καταφρόνεια
σκέπτεται πόσο λίγο χάρηκε τα χρόνια
που είχε και δύναμι, και λόγο, κ' εμορφιά.

Ξέρει που γέρασε πολύ· το νοιώθει, το κυττάζει.
Κ' εν τούτοις ο καιρός που ήταν νέος μοιάζει
σαν χθές. Τι διάστημα μικρό, τι διάστημα μικρό.

Και συλλογιέται η Φρόνησις πώς τον εγέλα·
και πώς την εμπιστεύονταν πάντα - τι τρέλλα! -
την ψεύτρα που έλεγε· «Αύριο. Εχεις πολύν καιρό.»

Θυμάται ορμές που βάσταγε· και πόση
χαρά θυσίαζε. Την άμυαλή του γνώσι
κάθ' ευκαιρία χαμένη τώρα την εμπαίζει.

Μα απ' το πολύ να σκέπτεται και να θυμάται
ο γέρος εζαλίσθηκε. Κι αποκοιμάται
στου καφενείου ακουμπισμένος το τραπέζι.

Κεριά (1899)
Του μέλλοντος οι μέρες στέκοντ' εμπροστά μας
σα μιά σειρά κεράκια αναμένα -
χρυσά, ζεστά, και ζωηρά κεράκια.

Οι περασμένες μέρες πίσω μένουν,
μια θλιβερή γραμμή κεριών σβησμένων·
τα πιο κοντά βγάζουν καπνόν ακόμη,
κρύα κεριά, λιωμένα, και κυρτά.

Δεν θέλω να τα βλέπω· με λυπεί η μορφή των,
και με λυπεί το πρώτο φως των να θυμούμαι.
Εμπρός κυττάζω τ' αναμένα μου κεριά.

Δεν θέλω να γυρίσω να μη διω και φρίξω
τι γρήγορα που η σκοτεινή γραμμή μακραίνει,
τι γρήγορα που τα σβυστά κεριά πληθαίνουν.

 Τρώες (1905)
Είν' η προσπάθειές μας, των συφοριασμένων·
είν' η προσπάθειές μας σαν των Τρώων.
Κομμάτι κατορθώνουμε· κομμάτι
παίρνουμ' επάνω μας· κι αρχίζουμε
νάχουμε θάρρος και καλές ελπίδες.

Μα πάντα κάτι βγαίνει και μας σταματά.
Ο Αχιλλεύς στην τάφρον εμπροστά μας
βγαίνει και με φωνές μεγάλες μας τρομάζει.

Είν' η προσπάθειές μας σαν των Τρώων.
Θαρρούμε πως με απόφασι και τόλμη
θ' αλλάξουμε της τύχης την καταφορά,
κ' έξω στεκόμεθα ν' αγωνισθούμε.

Αλλ' όταν η μεγάλη κρίσις έλθει,
η τόλμη κ' η απόφασίς μας χάνονται·
ταράττεται η ψυχή μας, παραλύει·
κι ολόγυρα απ' τα τείχη τρέχουμε
ζητώντας να γλυτώσουμε με την φυγή.

Όμως η πτώσις μας είναι βεβαία. Επάνω,
στα τείχη, άρχισεν ήδη ο θρήνος.
Των ημερών μας αναμνήσεις κλαιν κ' αισθήματα.
Πικρά για μας ο Πρίαμος κ' η Εκάβη κλαίνε.

Απολείπειν ο Θεός Αντώνιον (1911)

Σαν έξαφνα, ώρα μεσάνυχτ', ακούσθει
αόρατος θίασος να περνά
με μουσικές εξαίσιες, με φωνές -
την τύχη σου που ενδίδει πια, τα έργα σου
που απέτυχαν, τα σχέδια της ζωής σου
που βγήκαν όλα πλάνες, μη ανωφέλετα θρηνήσεις.
Σαν έτοιμος από καιρό, σα θαρραλέος,
αποχαιρέτα την, την Αλεξάνδρεια που φεύγει.
Προ πάντων να μη γελασθείς, μην πεις πως ήταν
ένα όνειρο, πως απατήθηκεν η ακοή σου·
μάταιες ελπίδες τέτοιες μην καταδεχθείς.
Σαν έτοιμος από καιρό, σα θαρραλέος,
σαν που ταιριάζει σε που αξιώθηκες μια τέτοια πόλι,
πλησίασε σταθερά προς το παράθυρο,
κι άκουσε με συγκίνησιν, αλλ' όχι
με των δειλών τα παρακάλια και παράπονα,
ως τελευταία απόλαυσι τους ήχους,
τα εξαίσια όργανα του μυστικού θιάσου,
κι αποχαιρέτα την, την Αλεξάνδρεια που χάνεις.

 Όσο μπορείς (1913)
Κι αν δεν μπορείς να κάμεις την ζωή σου
όπως την θέλεις,
τούτο προσπάθησε τουλάχιστον
όσο μπορείς: μην την εξευτελίζεις
μες στην πολλή συνάφεια του κόσμου,
μες στες πολλές κινήσεις κι ομιλίες.

Μην την εξευτελίζεις πιαίνοντάς την,
γυρίζοντας συχνά κ' εκθέτοντάς την,
στων σχέσεων και των συναναστροφών
την καθημερινήν ανοησία,
ως που να γίνει σα μιά ξένη φορτική.

Απ΄ τες εννιά (1918)
Δώδεκα και μισή. Γρήγορα πέρασεν η ώρα
απ’ τες εννιά που άναψα την λάμπα,
και κάθισα εδώ. Κάθουμουν χωρίς να διαβάζω,
και χωρίς να μιλώ. Με ποιόνα να μιλήσω
κατάμονος μέσα στο σπίτι αυτό.

Το είδωλον του νέου σώματός μου,
απ’ τες εννιά που άναψα την λάμπα,
ήλθε και με ηύρε και με θύμισε
κλειστές κάμαρες αρωματισμένες,
και περασμένην ηδονή— τι τολμηρή ηδονή!
Κ’ επίσης μ’ έφερε στα μάτια εμπρός,
δρόμους που τώρα έγιναν αγνώριστοι,
κέντρα γεμάτα κίνησι που τέλεψαν,
και θέατρα και καφενεία που ήσαν μια φορά.

Το είδωλον του νέου σώματός μου
ήλθε και μ’ έφερε και τα λυπητερά·
πένθη της οικογένειας, χωρισμοί,
αισθήματα δικών μου, αισθήματα
των πεθαμένων τόσο λίγο εκτιμηθέντα.

Δώδεκα και μισή. Πώς πέρασεν η ώρα.
Δώδεκα και μισή. Πώς πέρασαν τα χρόνια.

Αιμιλιανός Μονάη, Αλεξανδρεύς, 628-655 μ.Χ. (1918)
Με λόγια, με φυσιογνωμία, και με τρόπους
μια εξαίρετη θα κάμω πανοπλία·
και θ' αντικρύζω έτσι τους κακούς ανθρώπους
χωρίς να έχω φόβον ή αδυναμία.

Θα θέλουν να με βλάψουν. Αλλά δεν θα ξέρει
κανείς απ' όσους θα με πλησιάζουν
πού κείνται η πληγές μου, τα τρωτά μου μέρη,
κάτω από τα ψεύδη που θα με σκεπάζουν. -

Ρήματα της καυχήσεως του Αιμιλιανού Μονάη.
Άραγε να΄ καμε ποτέ την πανοπλία αυτή;
Εν πάση περιπτώσει, δεν την φόρεσε πολύ.
Είκοσι επτά χρονώ, στην Σικελία πέθανε.




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου