Σελίδες

Παρασκευή 21 Ιουνίου 2013

ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΤΙΚΑ ΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΩΝ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΩΝ ΣΤΟ "ΑΜΑΡΤΗΜΑ"

Ιούνιος 2003 (ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ)

ΚΕΙΜΕΝΟ: Γεώργιος Βιζυηνός, Το αμάρτημα της μητρός μου (απόσπασμα: Όταν επανήλθον να καθίσω πλησίον της...Ύστερα όμως άρχισε να γίνεται σιγανός και συλλογισμένος. σ.147-150).

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
Α.         Από πού αντλεί το αφηγηματικό υλικό του ο Γεώργιος Βιζυηνός και πώς το αξιοποιεί; (Μονάδες 9) Να αναφέρετε τρία (3) σημεία του παραπάνω κειμένου, τα οποία τεκμηριώνουν τη θέση σας (Μονάδες 6).
Μονάδες 15
Β1.       Να αναφέρετε, με παραδείγματα μέσα από το παραπάνω κείμενο, πέντε από τα βασικά χαρακτηριστικά της διηγηματογραφίας του Βιζυηνού.
Μονάδες 20
Β2.       "Ο Βιζυηνός έχει την ικανότητα να διαγράφει αυθυπόστατους ανθρώπινους τύπους, επιμένοντας πολύ στη λεπτομερειακή απόδοση των ψυχικών καταστάσεων. Οι ήρωές του, ιδωμένοι με αγάπη, έχουν μια ειδική ευαισθησία, είναι ήρωες παθητικοί". (Γιώργος Παγανός, Η Νεοελληνική Πεζογραφία, τ. Α΄, Κώδικας, Θεσσαλονίκη 1999). Να επαληθεύσετε την παραπάνω άποψη με στοιχεία από το απόσπασμα του Γ. Βιζυηνού.
Μονάδες 20
Γ.         "- Το πλάκωσες, γυναίκα, το παιδί μου! - είπεν ο πατέρας σου, και τον επήραν τα δάκρυα. Τότε άρχισα εγώ να κλαίγω στα δυνατά και να ξεφωνίζω. Μα ο πατέρας σου έβαλε το χέρι του στο στόμα μου και - Σους! με είπε. Τι φωνάζεις έτσι, βρε βώδι; - Αυτό με το είπε. Θεός σχωρέσ' τονε. Τρία χρόνια είχαμε πανδρευμένοι, κακό λόγο δεν με είπε. Κ' εκείνη τη στιγμή με το είπε. - Ε; Τι φωνάζεις έτσι; Θέλεις να ξεσηκώσης τη γειτονιά, να πη ο κόσμος πως εμέθυσες κ' επλάκωσες το παιδί σου;". Να σχολιάσετε σε δύο παραγράφους (130-150 λέξεις) τη στάση του πατέρα, όπως αυτή προκύπτει από το παραπάνω απόσπασμα.
Μονάδες 25
Δ.         Να γίνει συγκριτικός σχολιασμός του αποσπάσματος από "Το αμάρτημα της μητρός μου" του Γ. Βιζυηνού με το παρακάτω απόσπασμα από την "Αναφορά στον Γκρέκο" του Νίκου Καζαντζάκη όσον αφορά στη θέση της γυναίκας.
Μονάδες 20
Νίκος Καζαντζάκης, Αναφορά στον Γκρέκο, (απόσπασμα).


Μονάχα μια φορά θυμούμαι τη μητέρα μου να λάμπει παράξενα το μάτι της, να γελάει και να χαίρεται, σαν όταν θα 'ταν ανύπαντρη ή αρραβωνιασμένη. Πρωτομαγιά, είχαμε πάει σ' ένα χωριό, στη Φόδελε, γεμάτο νερά και περβόλια πορτοκαλιές, να κάμει ο πατέρας μου μια βάφτιση. Οπόταν, άξαφνα, σφοδρή νεροποντή ξέσπασε, γίνηκε ο ουρανός νερό κι άδειασε απάνω στη γης, κι αυτή κακάριζε, άνοιγε και δέχουνταν τ' αρσενικά νερά βαθιά στον κόρφο της. Είχαν μαζευτεί οι προύχοντες του χωριού, με τις γυναίκες τους και τις κόρες, στο μεγάλον οντά του κουμπάρου, η βροχή κι οι αστραπές έμπαιναν από τις χαραμάδες της πόρτας και των παραθυριών, ο αέρας μύριζε πορτοκάλι και χώμα. Και μπαινόβγαιναν τα τραταρίσματα, τα κρασιά, τα ρακιά κι οι μεζέδες, πήρε να βραδιάζει, άναψαν τα λυχνάρια, οι άντρες ήρθαν στο κέφι, οι γυναίκες οι χαμοβλεπούσες σήκωσαν τα μάτια κι άρχισαν να κακαρίζουν σαν τις πέρδικες· κι όξω από το σπίτι μούγκριζε ακόμα ο Θεός, πλήθαιναν οι βροντές, τα στενά δρομάκια του χωριού είχαν γίνει ποτάμια, κατρακυλούσαν οι πέτρες και χαχάριζαν, είχε γίνει ο Θεός νεροποντή κι αγκάλιαζε, πότιζε, κάρπιζε τη γης.
Κι ο κύρης στράφηκε στη μάνα μου, πρώτη φορά είδα να την κοιτάζει με τρυφεράδα, κι η φωνή του πρώτη φορά είχε γλυκάνει:
-          Μαργή, της είπε, τραγούδηξε.
Της έδινε την άδεια, μπροστά σε τόσους άντρες, να τραγουδήσει· κι εγώ σηκώθηκα ανταρεμένος· δεν ξέρω γιατί, είχα θυμώσει· έκαμα να τρέξω στη μάνα μου, σα να 'θελα να την προστατέψω· μα ο κύρης με άγγιξε με το δάχτυλό του στον ώμο και με κάθισε κάτω. Κι η μάνα μου φάνηκε αγνώριστη, γυάλιζε το πρόσωπό της, σα να το αγκάλιαζαν όλες οι βροχές κι οι αστραπές, σήκωσε το λαιμό, και θυμούμαι τα μακριά κορακάτα μαλλιά της λύθηκαν ξαφνικά, της σκέπασαν τις πλάτες και κατέβηκαν ώς τα γοφιά της. Κι άρχισε ... τι φωνή ήταν εκείνη, βαθιά, γλυκιά, λίγο βραχνή, όλο πάθος· μεσόκλεισε τα μάτια της κατά τον κύρη και τραγούδησε μια μαντινάδα. Δε θα την ξεχάσω ποτέ τη μαντινάδα αυτή· τότε δεν κατάλαβα γιατί την είπε, για ποιον την είπε· αργότερα, σα μεγάλωσα, κατάλαβα. Τραγουδούσε με τη γλυκιά, γεμάτη συγκρατημένο πάθος φωνή της και κοίταζε τον πατέρα:
-          Θαμάζουμαι όταν περπατείς πώς δεν ανθούν οι ρούγες και πώς δε γίνεσαι αϊτός με τις χρυσές φτερούγες!
Γύρισα πέρα τα μάτια, να μη βλέπω τον κύρη, να μη βλέπω τη μάνα, πήγα στο παραθύρι κι ακούμπησα το κούτελό μου στο τζάμι κι έβλεπα τη βροχή να πέφτει και να τρώει τα χώματα.


   
Ιούλιος 2006 (ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ)

ΚΕΙΜΕΝΟ: Γεώργιος Βιζυηνός, Το αμάρτημα της μητρός μου (απόσπασμα: Ενθυμούμαι ακόμη...Και διηυθύνθην προς την οικίαν μας, περίλυπος και απηλπισμένος. σ.131-134).

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
Α.         Έχει υποστηριχθεί η άποψη ότι ο Βιζυηνός προωθεί την ηθογραφία προς την κατεύθυνση της ψυχογραφίας. Το "Αμάρτημα της μητρός μου", μάλιστα, είναι κατεξοχήν ψυχογραφικό διήγημα. Επαληθεύεται ο χαρακτηρισμός αυτός από το πιο πάνω απόσπασμα; Να δώσετε τρία παραδείγματα, σχολιάζοντάς τα.
Μονάδες 15
Β1.       Βασικά χαρακτηριστικά του αφηγηματικού λόγου στο "Αμάρτημα της μητρός μου" είναι, μεταξύ άλλων, η περιγραφή, οι αναδρομές, η προσήμανση και η αφήγηση σε πρώτο πρόσωπο. Να επισημάνετε (με ένα παράδειγμα για κάθε περίπτωση) την ύπαρξη αυτών των χαρακτηριστικών στο συγκεκριμένο απόσπασμα και να σχολιάσετε τη λειτουργία τους.
Μονάδες 20
Β2.       "Η άρρωστη Αννιώ παραμένει το επίκεντρο του ενδιαφέροντος, αλλά οι πρωταγωνιστές τώρα είναι άλλοι: η μητέρα και ο αφηγητής γιος της [...]". (Παν. Μουλλάς, "Εισαγωγή" [στο:] Γ. Μ. Βιζυηνός, Νεοελληνικά Διηγήματα, Αθήνα: Βιβλιοπωλείον της "Εστίας" 1998, σ. ρδ΄). Συμφωνείτε με την άποψη αυτή; Να δικαιολογήσετε την απάντησή σας.
Μονάδες 20
Γ.         "[...]- Σου έφερα δύο παιδιά μου στά πόδια σου... χάρισέ μου τό κορίτσι! [...] Κανείς δέν μ' εκυνήγει". Με βάση το πιο πάνω χωρίο, να σχολιάσετε σε ένα κείμενο 120-140 λέξεων την απήχηση λόγων της μητέρας στο μικρό Γιωργή.
Μονάδες 25

Δ.         Να συγκρίνετε τα συναισθήματα που τρέφει ο συγγραφέας για τη μητέρα του στο απόσπασμα που σας δόθηκε και στο πιο κάτω ποίημά του.
Μονάδες 20


Στην αγιασμένη της μαννούλας μου αγκαλιά
Για ευτυχία εμβήκα, για ζωής χαρά,
κ' εγώ σ' αυτή την πλάσι,
καθώς άλλοι παιδί την έχω αδράξει
μ' ελαφρά φτερά,
σε κάθε μόσχο, κάθε ανθό που θάλλει.
Κι αν ευτυχή κανένας δεν μ' εκάλει,
χαρά το είχα καν το βράδυ στη φωλιά
αμέριμνο να γέρνω το κεφάλι
στην αγιασμένη της μαννούλας μου αγκαλιά.
Παλληκαράκι, πλιότερο από μια φορά η ελπίδα
και του πόθου η παραζάλη,
απ' της ζωής μ' εσύραν τα ρηχά νερά
και της ξανθής αγάπης μου τα κάλλη
η ευτυχία, μ' είπαν, θα προβάλη.
Μα, απέθανε η χαριτωμένη κοπελλιά,
και, ναυαγός, ευρήκα παραγιάλι
στην αγιασμένη της μαννούλας μου αγκαλιά.
Λεβέντης, εξερρίζωνα τα γλυκερά αισθήματα
από την καρδιά που πάλλει
κι' αν ρίπτω της πικρής αλήθειας τη σπορά,
αχ, πότε, πότε ένα καρπό θα βγάλη.
Του βίου μ' εγονάτισεν η πάλη
λαχτάρησα ησυχία μια σταλιά,
μα δεν την έχω πια, να γείρω πάλι
στην αγιασμένη της μαννούλας μου αγκαλιά.
Ω Φύσις, δέσποινά μου και μεγάλη,
δεν έχω πια στον κόσμο αυτό δουλειά.
Η αγάπη σου στον τάφο πια ας με βάλη,
στην αγιασμένη της μαννούλας μου αγκαλιά.

(Τα 'Απαντα του Γεωργίου Βιζυηνού. σ. 723).
______________________
Ανθίζει, ανθοφορεί. Περιγιάλι, ακρογιάλι, ακροθαλασσιά.


  

2004 Ιούνιος (ΕΣΠΕΡΙΝΩΝ)

ΚΕΙΜΕΝΟ: Γεώργιος Βιζυηνός, Το αμάρτημα της μητρός μου (απόσπασμα: Από της στιγμής ταύτης....Ας έχη την ευχή μου! σ.140-144)

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
Α.         Σε ποιο ιστορικοκοινωνικό πλαίσιο εντάσσεται το έργο Το αμάρτημα της μητρός μου; Να τεκμηριώσετε την απάντησή σας με πέντε συγκεκριμένα παραδείγματα από το απόσπασμα.
Μονάδες 15
Β1.       «Αφηγηματικοί τρόποι ονομάζονται τα συστατικά στοιχεία που συναποτελούν μιαν αφήγηση. ... :
α) Έκθεση· είναι η αφήγηση γεγονότων και πράξεων ...
β) Διάλογος· το μέρος της αφήγησης, στο οποίο δύο ή περισσότερα πρόσωπα της αφήγησης παρουσιάζονται συνδιαλεγόμενα σε ευθύ λόγο ...
γ) Περιγραφή· είναι η αναπαράσταση (του εξωτερικού) προσώπων, τόπων και αντικειμένων εκ μέρους του αφηγητή σε τρίτο πρόσωπο ...
δ) Σχόλιο· είναι η μετά από μια διακοπή της αφήγησης (έκθεσης, περιγραφής, διαλόγου) παρεμβολή σχολίων, σκέψεων, γνωμών ή και ολόκληρων μικρών διατριβών του αφηγητή ...» (Γεώργιος Βελουδής, Γραμματολογία-Θεωρία της Λογοτεχνίας, "Δωδώνη", Αθήνα 1994, σελ. 146-147).

Να εντοπίσετε στο απόσπασμα από Το αμάρτημα της μητρός μου τους παραπάνω αφηγηματικούς τρόπους (δηλαδή: Έκθεση, Διάλογο, Περιγραφή, Σχόλιο). Να δώσετε ένα παράδειγμα για κάθε περίπτωση.
Μονάδες 20
Β2.       Το σύνολο σχεδόν των μελετητών του έργου Το αμάρτημα της μητρός μου χαρακτηρίζει την "ψυχογραφική δύναμη" του Βιζυηνού "απαράμιλλη". Να τεκμηριώσετε την εν λόγω θέση με δύο συγκεκριμένες αναφορές στο απόσπασμα.
Μονάδες 20
Γ.         "Ο γάμος αυτής, όστις φαίνεται επίτηδες επεσπεύθη, υπήρξεν αληθής "χαρά" των αδελφών μου. Οι δυστυχείς ανέπνευσαν, απαλλαγέντες από το πρόσθετον φορτίον. Και είχον δίκαιον. Διότι η κόρη εκείνη, εκτός ότι ποτέ δεν ησθάνθη προς αυτούς αδελφικήν τινα στοργήν, επί τέλους απεδείχθη αχάριστος προς την γυναίκα, ήτις περιεποιήθη την ζωήν αυτής με τοσαύτην φιλοστοργίαν, όσην ολίγα γνήσια τέκνα εγνώρισαν." Να σχολιάσετε σε δύο παραγράφους (140-160 λέξεις συνολικά) τη στάση της υιοθετημένης κόρης απέναντι στη θετή μητέρα της, καθώς και τα συναισθήματα που προκάλεσε στα αδέλφια του αφηγητή ο γάμος της κόρης.
Μονάδες 25

Δ.         Το ποίημα "Μισσεμός" που ακολουθεί είναι του Ιωάννη Πολέμη. Να σχολιάσετε τα λόγια της μητέρας στους δύο τελευταίους στίχους. Ο σχολιασμός να γίνει σε σχέση με όσα η μητέρα λέει στο υπόλοιπο τμήμα του ποιήματος.



Μισεύεις για την ξενιτειά και μένω μοναχή μου·
σύρε, παιδί μου, στο καλό και σύρε στην ευχή μου…
Τριανταφυλλένια η στράτα σου, κρινοσπαρμένοι οι δρόμοι,
για χάρι σου ν' ανθοβολούν και τα λιθάρι' ακόμη·
τα δάκρυά μου να γενούν διαμάντια σ' ό,τι αγγίσης,
και το ποτήρι της χαράς ποτέ να μη στραγγίσης·
να πίνης και να ξεδιψάς και να 'ναι αυτό γεμάτο
σαν να 'ν' η βρύση από ψηλά κι αυτό να 'ν' από κάτω.
Εκεί, παιδί μου, που θα πας, στα μακρυνά τα ξένα, δίχτυα
πολλά κι οξόβεργες θα στήσουνε για σένα
η ελπίδα με τους πόθους της, το βιός με τα παλάτια
κ' η ξεγελάστρα η ομορφιά με τα γλυκά της μάτια.
Η ελπίδα η αχαλίνωτη ξεχνά τα περασμένα,
και θα ξεχάσης κάποτε μαζί μ' αυτά και μένα·
το βιός μεσ' στα παλάτια του την περηφάνεια κρύβει και
θα ντραπής για το φτωχό το πατρικό καλύβι.
Παιδί μου, αν τη μητέρα σου πάψης να την θυμάσαι,
με δίχως βαρυγκόμησι συχωρεμένος νά 'σαι·
κι αν το φτωχό καλύβι μας ντροπή σου φέρνει, ως τόσο,
και πάλι θα 'μαι πρόθυμη συχώρεσι να δώσω.
Μ' αν την Πατρίδα απαρνηθής, που την λατρεύομ' όλοι,
να 'ν' η ζωή σου, όπου κι αν πας, αγκάθια και τριβόλοι.
__________________________________
1. μισσεμός· ξενιτεμός. 2. μισσεύω· απομακρύνομαι από την πατρίδα μου, ξενιτεύομαι. 3. τριβόλοι· ζιζάνια των αγρών.
Μονάδες 20



Ιούλιος 2008 (ημερήσια)

ΚΕΙΜΕΝΟ: Γεώργιος Βιζυηνός, ΤΟ ΑΜΑΡΤΗΜΑ ΤΗΣ ΜΗΤΡΟΣ ΜΟΥ (απόσπασμα: 'Αλλην αδελφήν δεν είχομεν ...Η ασθένεια της πτωχής μας αδελφής ήτον ανίατος. σ. 125-129)

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

Α.         Κύριο χαρακτηριστικό της διηγηματογραφίας του Γ. Βιζυηνού είναι το αυτοβιογραφικό στοιχείο. Να γράψετε τρία παραδείγματα από το απόσπασμα που σας δόθηκε, στα οποία εντοπίζονται προσωπικές και οικογενειακές μνήμες του συγγραφέα.
Μονάδες 15
Β1.       Ο Κ. Μπαλάσκας, αναφερόμενος στο έργο του Βιζυηνού, γράφει: «Το έργο του Γ. Βιζυηνού προκάλεσε ζωηρές εντυπώσεις και η κριτική το υποδέχτηκε πολύ θετικά. Ιδιαίτερα τονίστηκε [...] το ψυχολογικό-ψυχογραφικό στοιχείο, του οποίου μπορούμε να πούμε ότι ο Βιζυηνός είναι ο εισηγητής [...]. Κυρίως εντυπωσίασε η ικανότητά του να πλάθει ζωντανούς χαρακτήρες...». Επαληθεύεται η παραπάνω άποψη για την ψυχογραφική δύναμη του Γ. Βιζυηνού στο απόσπασμα που σας δόθηκε; Να αιτιολογήσετε την απάντησή σας.
Μονάδες 20
Β2.       Ποια χαρακτηριστικά της γλώσσας του Γ. Βιζυηνού εντοπίζετε στο συγκεκριμένο απόσπασμα; Να αιτιολογήσετε την απάντησή σας με αναφορές στο κείμενο.
Μονάδες 20
Γ.         «Αφ' ότου απέθανεν ο πατήρ μας, δεν είχεν εξέλθει της οικίας. Διότι εχήρευσε πολύ νέα και εντρέπετο να κάμη χρήσιν της ελευθερίας, ήτις, και εν αυτή τη Τουρκία, ιδιάζει εις πάσαν πολύτεκνον μητέρα. Αλλ' αφ' ης ημέρας έπεσεν η Αννιώ σπουδαίως εις το στρώμα, έβαλε την εντροπήν κατά μέρος.» Να σχολιάσετε το παραπάνω χωρίο σε ένα κείμενο 120-140 λέξεων.
Μονάδες 25
Δ.         Να σχολιάσετε ως προς το περιεχόμενο το παρακάτω απόσπασμα από τη «Φαρμακολύτρια» του Α. Παπαδιαμάντη συγκρίνοντάς το με το κείμενο του Γ. Βιζυηνού.
Μονάδες 20
[...] Η Αγία Αναστασία η Φαρμακολύτρια είν' εκείνη, ήτις χαλά τα μάγια, ήτοι λύει πάσαν γοητείαν και μεθοδείαν πονηράν υπ' εχθρών γινομένην. Εις εμέ, παρευρεθέντα κατά τύχην εκεί, το πράγμα εφαίνετο παράξενον, όσον ήθελε φανεί εις μαθητήν της γ΄ τάξεως επαρχιακού γυμνασίου, δραπετεύσαντα άμα τη ενάρξει των μαθημάτων, εις το μέσον του έτους. Αλλ' η εξαδέλφη μου Μαχούλα ήξευρε τι έκαμνεν.  Ένα υιόν, μονάκριβον, τον είχε. Και είχε τέσσαρας κόρας μικράς, των οποίων η μεγαλυτέρα ήτον ήδη δεκαέξ χρόνων. Και ο υιός της, πρωτότοκος, άγγιζεν ήδη το εικοστόν έτος. Και ήδη έχανε τον νουν του κ' εζητούσε να νυμφευθεί.  Του είχαν κάμει μάγια, αι γυναίκες, από τον Πέρα Μαχαλάν. Και του είχαν σηκώσει τα μυαλά του. Ποιος ηξεύρει τι μαγγανείας του έκαμαν, και τι του έδωκαν να πίη. Εγνώριζαν εκείναι από μαγείας...  Κι αγάπησε μίαν κόρην, ήτις ήτον μεγαλυτέρα απ' αυτόν στα χρόνια, καί ήθελε να την λάβη σύζυγον.  «Ή θα την πάρω, μάνα, ή θα σκοτωθώ». Το είχε πάρει κατάκαρδα. Ήτον «ερωτοχτυπημένος». Τώρα, τι να κάμη η εξαδέλφη μου Μαχούλα; Ν' αφήση τον υιόν της να εμβή στα βάσανα, τόσον νέος, κι αυτή να έχη τέσσαρας κόρας ανυπάνδρους, να τας καμαρώνη; Και ποιος γονιός το δέχεται αυτό;  Λοιπόν έπεσε στα θεωτικά πράγματα. Έκαμε λειτουργίας πολλάς, και αγιασμούς, και παρακλήσεις. Επήρε τα ρούχα του γυιού της, και τα έβαλε να λειτουργηθούν από την Αγίαν Τράπεζαν. Επαίδευσε τον εαυτόν της με πολλάς νηστείας, αγρυπνίας, και γονυκλισίας. Τελευταίον προσέφυγεν εις την χάριν της Αγίας Αναστασίας της Φαρμακολυτρίας. Αύτη είχε παρά Θεού το χάρισμα να διαλύη τας μαγείας και γοητείας. Επήγε, την ελειτούργησεν, έζωσε τον ναόν της επτά φοράς (τελούσα μόνη της ιδιαιτέραν λειτουργίαν περιπαθή εκ μητρικής στοργής) με κηρίον εκατονταόργυιον, το οποίον η ιδία είχε παρασκευάσει με τας χείρας της, και παρεκάλει την Αγίαν να χαλάση τα μάγια, να έλθη στον νουν του ο υιός της, ο ερωτοχτυπημένος και ποτισμένος από κακάς μαγγανείας, και να μη χάνη τα μυαλά του άδικα... (Α. Παπαδιαμάντης, Η Φαρμακολύτρια. Απάνθισμα διηγημάτων Α. Παπαδιαμάντη, Ανθολόγηση: Ν.Δ. Τριανταφυλλόπουλος, Εκδόσεις Δόμος [Αθήνα, 2001], σσ. 356-357.)


ΟΜΟΓΕΝΕΙΣ 2010

ΚΕΙΜΕΝΟ: Γεώργιος Βιζυηνός, ΤΟ ΑΜΑΡΤΗΜΑ ΤΗΣ ΜΗΤΡΟΣ ΜΟΥ (απόσπασμα: ' σθενής δέν κοιμτο, λλά δέν το καί λως διόλου ........ πηύξησε τόν ριθμόν μας δι’ νός ξένου κορασίου, τό ποον μετά μακράς προσπαθείας κατώρθωσε να υοθετήσ.. σ. 137-139)

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

Α.      Γνώρισμα της διηγηματογραφίας του Γ. Βιζυηνού είναι η ενσωμάτωση λαογραφικών στοιχείων στο αφηγηματικό του υλικό. Να αναφέρετε τρία λαογραφικά στοιχεία του κειμένου δίνοντας ένα παράδειγμα για το καθένα από αυτά.
Μονάδες 15
Β1.    Ο Κώστας Μπαλάσκας αναφερόμενος στο έργο του Γ. Βιζυηνού παρατηρεί: «Η καθαρεύουσα του Βιζυηνού ανοίγει το δρόμο στη δημοτική, όχι μόνον γιατί οι ήρωες μιλούν στη δημοτική, αλλά κυρίως γιατί ο ίδιος ο συγγραφέας διακατέχεται από το λαϊκό αίσθημα». Eπαληθεύεται αυτή η άποψη στο απόσπασμα που σας δόθηκε; Να τεκμηριώσετε την απάντησή σας.
Μονάδες 20
Β2.    Να εντοπίσετε μία από τις αναδρομές του χρόνου στο κείμενο του Γ. Βιζυηνού που σας δόθηκε και να σχολιάσετε τη λειτουργία της.
Μονάδες 20
Γ.      «Σχέδια περί το μέλλοντος μν γίνοντο και πεθεωροντο καθ’ σπέραν παρά τήν στίαν. μεγαλύτερός μου δελφός φειλε νά μάθ τήν τέχνην το πατρός μας, διά νά λάβ ν τ οκογενεί τόν τόπον κείνου. γώ μελλον μλλον θελον νά ξενιτευθ, καί οτω καθεξς. λλά πρό τούτου πρεπε νά μάθωμεν λοι τά γράμματά μας, πρεπε νά ξεσχολήσωμεν. Διότι, λεγεν μήτηρ μας, νθρωπος γράμματος, ξύλον πελέκητον.». Να σχολιάσετε το παραπάνω χωρίο σε ένα κείμενο 100 -120 λέξεων.
Μονάδες 25
Δ.      Στα αποσπάσματα των κειμένων του Γ. Βιζυηνού και του Ι. Μ. Παναγιωτόπουλου που σας δίνονται, να εντοπίσετε και να σχολιάσετε πέντε (5) ομοιότητες ως προς το περιεχόμενο.
Μονάδες 20
Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος, Αστροφεγγιά
[...] Ένα χρόνο αργότερα ο θάνατος μπήκε στο σπίτι. Αυτό μήτε που το΄ χε συλλογιστεί. Το τρίτο παιδί, το γελούμενο αγοράκι, έπεσε στο κρεβάτι με τύφο. Ο πατέρας δεν έβαλε κακό με το νου του. Εκείνος δεν έβαζε ποτέ το κακό.
—Αρρώστια είναι και θα περάσει, έλεγε. Δεν έχουμε κάμει συμβόλαιο με το Θεό, να είμαστε πάντα γεροί.
Μα η μητέρα φιδοφαγώθηκε. Νύχτα μέρα καθόταν στο κρεβάτι του άρρωστου παιδιού, με το ζόρι έτρωγε μια μπουκιά, με το ζόρι κοιμόταν μια δυο ώρες. Κ’ ήταν φθινόπωρο και τότε, σ’ έν’ άλλο σπίτι, σε μια στενόχωρη κάμαρη. Το παιδί φλεγόταν από τον πυρετό, σπάραζε και παραμιλούσε. Το άσπρο του προσωπάκι ήταν σκαμένο, τα ματάκια του απόχτησαν ολόμαυρα στεφάνια γύρω τους. Ο γιατρός ερχόταν κάθε μέρα, έπαιρνε το τάληρό του κ’ έφευγε. Κι όλο «αύριο θα ιδούμε» κι «αύριο θα ιδούμε» ψιθύριζε, ίσαμε που ήρθε η ώρα χωρίς αύριο.
Ο Άγγελος στεκόταν συλλογισμένος μπροστά στο νεκρό αδερφό και πότε κοιτούσε τα κίτρινα κεριά που γέμιζαν μαύρο καπνό το δωμάτιο, πότε στύλωνε τη ματιά του στα σταυρωμένα χεράκια, στο κέρινο προσωπάκι του νεκρού αδερφού κ’ ήταν πάλι χαμένος και δε μπορούσε να καταλάβει τίποτε. Η μητέρα δερνόταν, έσκιζε τα μάγουλά της με τα νύχια της, θρηνούσε απαρηγόρητα. Ο πατέρας, ανάμεσα σε δυο τρεις άλλους άντρες, έκλαιγε σα να ήταν συναχωμένος. Μια γειτόνισσα σχολίαζε το περιστατικό, πίσω από τη ράχη του Άγγελου:
— Ακούς εκεί να χάσουν το παιδί μέσ’ απ’ τα χέρια τους, χωρίς λόγο! Σα να μην είναι ο κόσμος γεμάτος κλινικές, μόνε τ’ αφήσανε σ’ αυτόν τον ξυλοσκίστη και τους το πέθανε!
— Τι να σου κάνουν, αποκρινότανε κάποια άλλη, φτωχοί άνθρωποι κι άπραγοι! Τι να σου κάνουν! Δεν το ξέρεις πως η φτώχια κουτιαίνει τον άνθρωπο;
— Με συχωρείς, κυρία μου, ξανάλεγε η πρώτη, πολύ να με συχωρείς! μήπως κ’ εμείς δεν είμαστε μεροκαματιάρηδες; Μα σαν αρρώστησε η Αννίκα μου, σκίσαμε τα βουνά να τη σώσουμε! Σπαράζεται η καρδιά μου ν’ ακούω αυτή τη δυστυχισμένη τη μάνα να δέρνεται. Τον ξέρω εγώ τον πόνο της μάνας. [...]

Ι. Μ. Παναγιωτόπουλος, Αστροφεγγιά (επιμ. Θ. Πυλαρινός), Εκδόσεις της σχολής Ι. Μ. Παναγιωτόπουλου [Αθήνα 2002], σσ. 32-33.


ΙΟΥΛΙΟΥ 2010 Εσπερινά

ΚΕΙΜΕΝΟ: Γεώργιος Βιζυηνός, ΤΟ ΑΜΑΡΤΗΜΑ ΤΗΣ ΜΗΤΡΟΣ ΜΟΥ (απόσπασμα: Σάν γεννήθηκες σύ κατάκατσεν καρδιά μου, μά δέν μέρεψε…. Καί πρξε καιρός καθ’ ν πίστευον, τι α προσπάθειαί μου δέν μειναν νεπιτυχες. σελ. 150-152)

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
Α1.       Ο Βιζυηνός αντλεί μέρος του αφηγηματικού υλικού του από τις παραδόσεις και τα βιώματα της λαϊκής ζωής στην ιδιαίτερη πατρίδα του. Να εντοπίσετε και να καταγράψετε τρία στοιχεία μέσα από το κείμενο που επιβεβαιώνουν την παραπάνω άποψη.
Μονάδες 15
Β1.       α. Ποια βασική διαφορά παρουσιάζει η γλώσσα του κειμένου στα αφηγηματικά και στα διαλογικά μέρη; (μονάδες 10)
β. Να καταγράψετε δύο γλωσσικά παραδείγματα από τα αφηγηματικά και δύο από τα διαλογικά μέρη του κειμένου, τα οποία πιστοποιούν αυτή τη διαφορά. (μονάδες 10)
Μονάδες 20
Β2.       α. Να χωρίσετε το απόσπασμα σε δύο βασικές ενότητες και να δώσετε έναν ενδεικτικό τίτλο για την καθεμιά. (μονάδες 10)
β. Η εξομολόγηση της μητέρας παρατίθεται από τον αφηγητή σε πρώτο πρόσωπο. Ποιες αρετές προσδίδει στην αφήγηση η επιλογή αυτή; (μονάδες 10)
Μονάδες 20
Γ1.       «Τό φοβερόν κενο δυστύχημα πηρέασε τόσον πολύ τόν βίον της λον, σ μλλον πλ καί νάρετος καί θεοφοβουμένη τον μήτηρ μου. συναίσθησις το μαρτήματος, θική νάγκη τς ξαγνίσεως καί τό δύνατον τς ξαγνίσεως ατο— τί φρικτή καί μείλικτος Κόλασις!» Να σχολιάσετε σε μία παράγραφο 100 - 120 λέξεων το περιεχόμενο του παραπάνω αποσπάσματος.
Μονάδες 25
Δ1.       Τόσο στο κείμενο του Γεωργίου Βιζυηνού όσο και στο κείμενο του Στρατή Μυριβήλη, που σας δίνεται πιο κάτω, περιγράφεται ένα πλαίσιο οικογενειακών σχέσεων, μέσα στο οποίο ιδιαίτερη σημασία έχει η συμπεριφορά της μάνας. Ποια είναι τα κυρίαρχα στοιχεία αυτής της συμπεριφοράς και ποιες οι συνέπειες για τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας; Στην απάντησή σας να λάβετε υπόψη και τα δύο κείμενα.

Στρατ Μυριβήλη, « Βασίλης ’Αρβανίτης» (απόσπασμα)

Κείνη τ χρονι ταν πο γεννήθηκε τ Λενάκι μας. Τ στερνοπαίδι ταν, χτο στ σειρά. Λιανό, μ δύνατα ποδαράκια, μαλακά, κάτι σταχτι ματάκια, λυπημένα π τώρα. μητέρα, π τς πρτες μέρες φοβήθηκε πς δ θ τ στεριώσ. Δν εχε κα γάλα στ βυζί— πρώτη φορ μέσα σ τόσες γέννες!
—Γιατί δν τ βυζαίνεις τ Λενάκι μας; ... ρωτοσε αστηρ Φανή, πο ταν τεσσάρω χρον κα σούφρωνε κιόλας τ ψιλ φρύδια της.
—Γιατ προφτάσατε κα μο τ πιατε λο τ γάλα. Δν φήσατε τίποτα γι τ Λενάκι μας.
Κ’ Φανή, πο τν πότιζαν μ τ ζόρι τ γάλα της, κλαιγε γι τ’ δικο πο τς ρίχναν κα χτύπαγε τ πόδι:
—Δν τόπια γώ, μανούλα, δν τόπια γώ!
πατέρας, λοιπόν, γόρασε μι κατσίκα γι τ Λενάκι. ταν σπρη κα κανελλιά, πρωτόγεννη. μορφη σ ζωγραφιά. Εχε κα κάτι βελούδινα σκουλαρίκια κάτω πό τ σαγόνι, κα τ λέγαμε: « Ντουντού». ταν μερη, κουγε στ’ νομά της. βγαζε κα πολύ γάλα. μως τ Λενάκι μας, πάλι δν λεγε να σαρκώσ. Μαζευόμαστε γύρω στν κούνια του λα τ παιδιά, το κάναμε παιχνίδια κα κανάκια, μ κενο ποτς δ χάραζε τ χειλάκι του. Μήτε ν πς κ’ κλαιγε σν τ’ λλα τα μωρά. Μς βλεπε μονάχα μ τ λυπημένα ματάκια του κα βύζαινε συχα τ δάχτυλο. Κα μες κοιταζόμασταν κα φεύγαμε νας-νας πό κοντά του. μητέρα κλαιγε κα το ’λεγε με τ γλυκιά της φων παραπονιάρικα νανουρίσματα. Τόλεγε «τ’ ποξυστάρι μου». ποξυστάρι ταν τ λειψ ψωμάκι. Τόπλαθε στ τέλος πως-πως, μ τ’ πομεινάρια πο ξεκολνοσε π τν ξυλόσκαφη, σν τέλειωνε ζυμωσιά.
Μονάδες 20




ΙΟΥΛΙΟΥ 2012

ΚΕΙΜΕΝΟ: Γεώργιος Βιζυηνός, ΤΟ ΑΜΑΡΤΗΜΑ ΤΗΣ ΜΗΤΡΟΣ ΜΟΥ (απόσπασμα: νθυμομαι κόμη ποίαν ντύπωσιν καμεν πί τς παιδικς μου φαντασίας….. πρός τήν οκίαν μας, περίλυπος καί πηλπισμένος σ. 131-134)

Α1.       Το έργο του Βιζυηνού έχει χαρακτηριστεί, εκτός των άλλων, και ως ψυχογραφικό. Να αναφέρετε τρία παραδείγματα, μέσα από το απόσπασμα που σας δίνεται, τα οποία επιβεβαιώνουν αυτόν τον χαρακτηρισμό.
Μονάδες 15
Β1.       α) Ο Παν. Μουλλάς αναφέρει ότι μέσα στο αφηγηματικό έργο του Βιζυηνού οι περιγραφές δεν είναι παρέμβλητα «ξένα σώματα», αλλά οργανικά μέρη του κειμένου και της αφήγησης. Ο ρόλος τους είναι πολλαπλός. Να τεκμηριώσετε την παραπάνω άποψη με σχετικές αναφορές στο κείμενο (μονάδες 10).
β) Στο συγκεκριμένο απόσπασμα ο Γ. Βιζυηνός παραβιάζει τη χρονική σειρά, κατά την αφήγηση, αναφερόμενος σε προγενέστερα γεγονότα. Να αναζητήσετε και να καταγράψετε δύο σημεία παραβίασης της χρονικής σειράς (μονάδες 4). Τι επιτυγχάνει με την επιλογή αυτή ο αφηγητής; (μονάδες 6)
Μονάδες 20
Β2.       Να επισημάνετε στο παρακάτω απόσπασμα τέσσερα διαφορετικά εκφραστικά μέσα και να σχολιάσετε το ρόλο τους μέσα στο κείμενο. «ταν κουσα τάς λέξεις ταύτας...Κανείς δέν μ’ κυνήγει.»
Μονάδες 20
Γ1.       «-Πάρε μου ποιο θέλεις, λεγε, καί φησέ μου το κορίτσι. Τό βλέπω πώς εναι γιά νά γέν. νθυμήθηκες τήν μαρτίαν μου καί βάλθηκες να μο πάρς τό παιδί, γιά νά μέ τιμωρήσς. Εχαριστ σε, Κύριε!» Να σχολιάσετε το περιεχόμενο του παραπάνω αποσπάσματος σε δύο παραγράφους (150-170 λέξεις).
Μονάδες 25
Δ1.       Αφού συγκρίνετε το απόσπασμα από το «Το Αμάρτημα της μητρός μου» του Γ. Βιζυηνού με το επόμενο απόσπασμα από το έργο του Κ. Παλαμά «Ο θάνατος του παλληκαριού», να εντοπίσετε (μονάδες 5) και να σχολιάσετε (μονάδες 15) τρεις ομοιότητες και δύο διαφορές, ως προς το περιεχόμενο.
Μονάδες 20
Τ βράδυ πεσαν ν κοιμηθον. Χειμώνας ταν κόμη, μ νύχτα ταν νοιξιάτικη, κατάστερη. Δήμαινα μονάχη ξενυχτοσε τ Μτρο· στ πλάγι του στρωνε κ’ πεφτε· πολλς φορς ξημερώνονταν στ πόδι. Τ νύχτα κείνη, κι λη το κόσμου τν γεία κα τν ξεγνοιασι ν κρύβαν μέσα τους, πάλι δ θ κλειοσαν μάτι, μάνα κα παιδί. [...] Κα τος δυ νας φόβος τος τάραζε κα μι λπίδα τος ζέσταινε. Στν πλατν ντ1 τ κρεμαστ καντήλι θαμποφωτ, κι λλο δν ξεχώριζαν μέσα κε παρ τ εκονοστάσι μ τ μαυρισμένο τ Χριστ κα τν σημωμένο ι-Νικόλα, κ’ να τρομπόνι2 μ’ να κουπί, κα τ δυ παραριχτά, σ μι γωνι το τοίχου. Κι Μτρος κάρφωνε γρυπνος τ μάτι π’ τ καντήλι στ κονίσματα, κι π κε στ γωνιά, σν κάτιτί ν καρτεροσε νάβγ κόμα κι π’ ατά, πο ξάνοιγε μονάχα στ σκοτάδι κε, κάτι μυστικ κι ανέλπιστο· κα μέσα στ σκοταδερ τ φς, σκιος πόριχνε Χριστς κα τ’ σημένιο φέγγος τ’ ι- Νικόλα, κα το κουπιο τ μάκρος, κα θωρι το τρομπονιο, σμίγανε κα φάνταζαν κα γίνονταν μαυράδια λλόκοτα κα σχήματα πο σειονταν, σ ν κρυφομίλαγαν, κα πλάσματα λλόκοτα, πο λίγο μόνον λειπε γι ν ξεσκεπαστον, κα ν φανερωθονε ξωτικς κα μορες κα ψυχές..-ποιός ξέρει τί θ φανερώνονταν; Κ’ εχε χτυπόκαρδο καημένος, κι νος του τανε γεμτος π στορίες λλου κόσμου κα παραμύθια λλου καιρο, κα πρόσμενε σν κατάδικος ν δ, θ τόνε κόψουν θ το δώσουν χάρη; Κα σν ρθαν τ μεσάνυχτα, κε πο νύχτα ταν νοιξιάτικη, κατάστερη, γεμάτη σιγαλιά, ψηλ στ κεραμίδια το σπιτιο ξεσπάει μεγάλη ταραχή, χαλίκια πέφτουνε σ νάστησαν πετροπόλεμο το σπιτιο, χαλάζι λές κα ρίχνει ορανς πάνω στ σκεπή· σφυρίγματα γροικιονται, μιλήματα κούγονται. Ταράζεται τ πάτωμα, βογγον τ παράθυρα, τρίζουν ο πόρτες, μπροστ στ μάτια το παιδιο χοροπηδον παράξενα καντήλια, κα κονίσματα, κα φτα, κα σκιές. Πιάνετ’ νασασμός του· δ μπορε, λλ’ οτε κα πο θέλει ν μιλήσ.

1 ντς· δωμάτιο
2 τρομπόνι· πνευστό μουσικό όργανο
ΚΩΣΤΗ ΠΑΛΑΜΑ Θάνατος παλληκαριο (απόσπασμα)
(Ρένου, ρκου κα Στάντη ποστολίδη, νθολογία τς Νεοελληνικς
Γραμματείας, Τ Νέα λληνικά, 2004, σελ. 433).


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου