6. ΓΕΝΙΑ
ΤΟΥ ΄30 – ΥΠΕΡΡΕΑΛΙΣΜΟΣ (1930)
Η νεότερη ποίηση. εμφανίστηκε γύρω στα 1930 και
καλλιεργήθηκε από τη γενιά του '30. Επηρεάστηκε από τα λογοτεχνικά ρεύματα του
συμβολισμού (βλ. φυλλάδιο 5) και του υπερρεαλισμού.
ΥΠΕΡΡΕΑΛΙΣΜΟΣ: Ο υπερρεαλισμός υπήρξε φιλολογική, ποιητική και καλλιτεχνική κίνηση.
Γενικά χαρακτηριστικά της ποιητικής
παραγωγής
▪
Διακηρύσσει
την παντοδυναμία του ονείρου και του ενστίκτου, μακριά από κάθε μορφή λογικής
▪
Χρησιμοποιεί
την αυτόματη γραφή και την καταγραφή των ονείρων
▪
Καταφεύγει
στην τύχη και το υποσυνείδητο· όταν δηλαδή ο υπερρεαλιστής ποιητής γράφει,
αφήνει το μηχανισμό της τύχης να προσδιορίσει τη μορφή του έργου του. Το ποίημα
γράφεται χωρίς προκαθορισμένο στόχο, κάτω από την επίδραση του υποσυνείδητου,
που είναι από τη φύση του φευγαλέο και δημιουργεί ζωηρές λεκτικές εντυπώσεις.
▪
Οι
λέξεις είναι αυτόνομες και ελεύθερες. Η δύναμη και η ορμή τους βρίσκονται
κυρίως στην έκταση, κατά την οποία ξεφεύγουν από το επιβεβλημένο νόημά τους,
συνδυαζόμενες μεταξύ τους χωρίς να υπακούουν σε ορθολογικούς νόμους.
Χαρακτηριστικά ενός υπερρεαλιστικού
ποιήματος
ü
Μορφικά, ως προς τη στιχουργική: άνισες στροφές, οι στίχοι είναι ανισοσύλλαβοι, απουσία
μέτρου και ομοιοκαταληξίας, δεν υπάρχει (σταθερή) στίξη, υπάρχουν διάχυτοι
διασκελισμοί.
ü
Ως προς το περιεχόμενο: αφαιρετικός λόγος, πύκνωση νοημάτων, τολμηροί
συνδυασμοί λέξεων που δημιουργούν έντονες – παράξενες – εξωπραγματικές εικόνες,
χρήση λεξιλογίου καθημερινής ομιλίας.
Η ΓΕΝΙΑ ΤΟΥ '30: Από το 19ο κιόλας αιώνα, είχαν γίνει στην Ευρώπη πολλές αλλαγές, που
έχουν σχέση με την εξέλιξη της επιστήμης και τη δομή της κοινωνικής οργάνωσης
και οδηγούν βαθμιαία στην ανατροπή των καθιερωμένων αξιών. Παράγοντες αυτών των
αλλαγών είναι μία σειρά από πνευματικά ή επαναστατικά κινήματα, όπως είναι ο
Διαφωτισμός, η Γαλλική Επανάσταση, ο Ρομαντισμός, η Βιομηχανική Επανάσταση, η
Ρωσική Επανάσταση. Σε αυτά πρέπει να προστεθούν και ορισμένες εξελίξεις, που
σημειώνονται στο χώρο της επιστήμης και της φιλοσοφίας, με τις θεωρίες των
Δαρβίνου, Μαρξ, Νίτσε, Μπερξόν και Φρόυντ.
Η παραδοσιακή ποίηση δεν μπορεί πλέον να εκφράσει όλες αυτές τις μεταβολές
που έχουν συντελεστεί. Για να εκφράσει αυτή τη διάλυση της παλιάς τάξης των
πραγμάτων και να ανταποκριθεί στη μεταβολή της ευαισθησίας του ανθρώπου, η
ποίηση έπρεπε να βρει καινούριους εκφραστικούς τρόπους. Οι ποιητές της γενιάς
του '30, με βάση τις αρχές του συμβολισμού και του υπερρεαλισμού, ανανεώνουν
την ελληνική ποίηση. Φορείς αυτής της αλλαγής είναι οι ποιητές Γιώργος Σεφέρης, Οδυσσέας Ελύτης, Νικήτας
Ράντος, Γιώργος Σαραντάρης, Ανδρέας Εμπειρίκος, Νίκος Εγγονόπουλος, Γιάννης
Ρίτσος, Νικηφόρος Βρεττάκος κ.ά.
Ακραιφνείς υπερρεαλιστές
είναι ο Ανδρέας Εμπειρίκος κι ο Νίκος Εγγονόπουλος· ο Οδυσσέας Ελύτης, επίσης,
επηρεάστηκε πολύ από τον υπερρεαλισμό. Αντίθετα, η ποίηση του Γιώργου Σεφέρη κι
άλλων ποιητών, δέχτηκε την επίδραση του συμβολισμού. Αυτό όμως δε σημαίνει πως
αγνόησαν τα διδάγματα του υπερρεαλισμού· ως ένα βαθμό, ο υπερρεαλιστικός τρόπος
γραφής έχει επηρεάσει και τη δική τους ποίηση.
Ανδρέας
Εμπειρίκος (1901-1975)
«Τρία
αποσπάσματα» (από τη συλλογή «Ενδοχώρα», 1945)
1
Λίγα κοσμήματα στη χλόη. Λίγα διαμάντια στο
σκοτάδι.
Μα η πεταλούδα που νύκτωρ εγεννήθη μας αναγγέλλει
την
αυγή, σφαδάζουσα στο ράμφος της πρωίας.
2
Η ποίησις είναι ανάππτυξι στίλβοντος ποδηλάτου.
Μέσα της όλοι μεγαλώνουμε. Οι διάδρομοι είναι
λευκοί.
Τ’ άνθη μιλούν.
Από τα πέταλά τους αναδύονται συχνά
μικρούτσικες παιδίσκες.
Η εκδρομή αυτή δεν έχει
τέλος.
3
Είναι τα βλέφαρά μου διάφανες αυλαίες.
Όταν τ’ ανοίγω βλέπω εμπρός μου ό,τι κι αν τύχει.
Όταν τα κλείνω βλέπω εμπρός μου ό,τι ποθώ.
|
Ερωτήσεις:
α1. Τα τρία αποσπάσματα ανήκουν
στην παραδοσιακή ή στη μοντέρνα ποίηση; Να αναφέρετε τέσσερα (4)
χαρακτηριστικά που επιβεβαιώνουν την απάντησή σας.
β1.
Ποιες παρατηρήσεις μπορείτε να κάνετε για τη
γλώσσα των αποσπασμάτων;
β2. Να εντοπίσετε τρεις (3) υπερρεαλιστικές εικόνες.
β3.
Το τρίτο απόσπασμα
στηρίζεται σε μία αντίθεση. Να την επισημάνετε και να βρείτε τι θέλει να
εκφράσει με αυτή ο ποιητής.
γ1. Ποια χαρακτηριστικά των δύο πρώτων ποιημάτων μας
επιτρέπουν να τα εντάξουμε στο ρεύμα του υπερρεαλισμού;
δ1. Ποιο είναι το θέμα του δεύτερου αποσπάσματος;
Ποιον ορισμό επιχειρεί να δώσει εδώ ο Εμπειρίκος;
|
Γιώργος
Σεφέρης (1900-1971)
«Θερινό
Ηλιοστάσι Θ΄» (από τη συλλογή
«Τρία
κρυφά ποιήματα», 1966)
Μιλούσες
για πράγματα που δεν τα ΄βλεπαν
κι
αυτοί γελούσαν.
Όμως
να λάμνεις στο σκοτεινό ποταμό
πάνω
νερά
να
πηγαίνεις στον αγνοημένο δρόμο
στα
τυφλά πεισματάρης
και
να γυρεύεις λόγια ριζωμένα
σαν
το πολύριζο λιόδεντρο –
άφησε
κι ας γελούν.
Και
να ποθείς να κατοικήσει κι ο άλλος κόσμος
στη
σημερινή πνιγερή μοναξιά
στ’
αφανισμένο τούτο παρόν –
άφησέ
τους.
Ο
θαλασσινός άνεμος κι η δροσιά της αυγής
υπάρχουν
χωρίς να το ζητήσει κανένας.
|
Ερωτήσεις:
α1. Το ποίημα ανήκει στην
παραδοσιακή ή στη μοντέρνα ποίηση; Να αναφέρετε τέσσερα (4) χαρακτηριστικά
που επιβεβαιώνουν την απάντησή σας.
α2. Να δώσετε ένα δικό σας τίτλο
στο ποίημα.
β1.
Σε ποιον απευθύνεται ο Σεφέρης χρησιμοποιώντας το β΄ ρηματικό πρόσωπο στο
ποίημα; Τι πετυχαίνει με αυτή την επιλογή;
β2. Να εντοπίσετε τρία (3) διαφορετικά σχήματα λόγου.
γ1. Ποια χαρακτηριστικά του ποιήματος μας επιτρέπουν
τη διαπίστωση ότι η ποίηση του Σεφέρη δέχτηκε την επίδραση του συμβολισμού;
δ1. Στο ποίημα παρουσιάζονται δύο εκ διαμέτρου
αντίθετες στάσεις ζωής. Να τις εντοπίσετε και να τις σχολιάσετε.
δ2. Να σχολιάσετε σε μία
παράγραφο (100-120 λέξεις) το περιεχόμενο της τελευταίας στροφής του
ποιήματος.
|
Γιώργος Σεφέρης, «Άρνηση»
(από
τη συλλογή «Στροφή», 1931)
Στο
περιγιάλι το κρυφό
κι
άσπρο σαν περιστέρι
διψάσαμε
το μεσημέρι˙
μα το νερό γλυφό.
Πάνω
στην άμμο την ξανθή
γράψαμε
τ’ όνομά της˙
ωραία
που φύσηξεν ο μπάτης
και
σβήστηκε η γραφή.
Με
τι καρδιά, με τι πνοή,
τι
πόθους και τι πάθος
πήραμε
την ζωή μας˙ λάθος!
κι
αλλάξαμε ζωή.
|
Ὅπου καὶ νὰ
ταξιδέψω ἡ Ἑλλάδα μὲ πληγώνει…
Στὸ
Πήλιο μέσα στὶς καστανιὲς τὸ
πουκάμισο τοῦ Κενταύρου
γλιστροῦσε
μέσα στὰ φύλλα γιὰ νὰ
τυλιχτεῖ στὸ κορμί μου
καθὼς ἀνέβαινα
τὴν ἀνηφόρα κι ἡ θάλασσα μ᾿ ἀκολουθοῦσε
ἀνεβαίνοντας κι αὐτὴ σὰν τὸν ὑδράργυρο
θερμομέτρου
ὡς ποὺ νὰ βροῦμε τὰ νερὰ τοῦ βουνοῦ.
Στὴ
Σαντορίνη ἀγγίζοντας νησιὰ ποὺ
βουλιάζαν
|
ἀκούγοντας νὰ παίζει ἕνα
σουραύλι κάπου στὶς ἀλαφρόπετρες
μοῦ
κάρφωσε τὸ χέρι στὴν κουπαστὴ
μιὰ
σαΐτα τιναγμένη ξαφνικὰ
ἀπὸ τὰ πέρατα μιᾶς
νιότης που βασίλεψε.
(από το ποίημα «Με τον τρόπο του Γ.Σ»)
|
Οδυσσέας Ελύτης (1911-1996)
«Το Άξιον εστί, άσμα δ΄», 1959
ΕΝΑ
το χελιδόνι * κι η Άνοιξη ακριβή
Για
να γυρίσει ο ήλιος * θέλει δουλειά πολλή
Θέλει
νεκροί χιλιάδες * νά ’ναι στους Τροχούς
Θέλει
κι οι ζωντανοί * να δίνουν το αίμα τους.
Θε
μου Πρωτομάστορα * μ’ έχτισες μέσα στα βουνά
Θε
μου Πρωτομάστορα * μ’ έκλεισες μες στη θάλασσα!
Πάρθηκεν
από Μάγους * το σώμα του Μαγιού
Τό
’χουνε θάψει σ’ ένα * μνήμα του πέλαγου
Σ’
ένα βαθύ πηγάδι * τό ’χουνε κλειστό
Μύρισε
το σκοτά * δι κι όλη η Άβυσσο.
Θε
μου Πρωτομάστορα * μέσα στις πασχαλιές και Συ
Θε
μου Πρωτομάστορα * μύρισες την Ανάσταση!
Σάλεψε
σαν το σπέρμα * σε μήτρα σκοτεινή
Το
φοβερό της μνήμης * έντομο μες στη γη
Κι
όπως δαγκώνει αράχνη * δάγκωσε το φως
Έλαμψαν
οι γιαλοί * κι όλο το πέλαγος.
Θε
μου Πρωτομάστορα * μ’ έζωσες τις ακρογιαλιές
Θε
μου Πρωτομάστορα * στα βουνά με θεμέλιωσες!
|
Ερωτήσεις:
α1. Το ποίημα ανήκει στην
παραδοσιακή ή στη μοντέρνα ποίηση; Να αναφέρετε τέσσερα (4) χαρακτηριστικά
που επιβεβαιώνουν την απάντησή σας.
α2.
Να δώσετε ένα δικό σας τίτλο στο ποίημα.
β1. Να εντοπίσετε λέξεις
ή φράσεις που σχετίζονται α) με την εποχή της Άνοιξης β) με τον θάνατο.
β2. Τι θέλει να πετύχει ο
ποιητής με την επανάληψη των αποστροφών προς τον πρωτομάστορα Θεό;
γ1. Ο Ελύτης επηρεάστηκε από το συμβολισμό. Να
καταγράψετε τρεις (3) λέξεις ή φράσεις που λειτουργούν ως σύμβολα και να
δώσετε την ερμηνεία τους.
δ1. Ποιο είναι το θέμα
του ποιήματος; Ποια συναισθήματα κυριαρχούν;
δ2. Να σχολιάσετε σε μία παράγραφο (130-150 λέξεις)
το περιεχόμενο της πρώτης στροφής του ποιήματος.
|
Επιλογές στίχων από
ποιήματα του Οδ. Ελύτη
Οδυσσέας Ελύτης, «Τα πάθη, άσμα στ», 1959
ΤΗΣ
ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ήλιε νοητέ * και μυρσίνη συ δοξαστική
μη
παρακαλώ σας μη * λησμονάτε τη χώρα μου!
Αετόμορφα
έχει τα ψηλά βουνά * στα ηφαίστεια κλήματα σειρά
και
τα σπίτια πιο λευκά * στου γλαυκού το γειτόνεμα!
.
Της
Ασίας αν αγγίζει από τη μια * της Ευρώπης λίγο αν ακουμπά
στον
αιθέρα στέκει να * και στη θάλασσα μόνη της!
Και
δεν είναι μήτε ξένου λογισμός * και δικού της μήτε αγάπη μια
μόνο
πένθος αχ παντού * και το φως ανελέητο!
Τα
πικρά μου χέρια με τον Κεραυνό * τα γυρίζω πίσω απ' τον Καιρό
τους
παλιούς φίλους καλώ * με φοβέρες και μ' αίματα!
Μα
'χουν όλα τα αίματα ξαντιμεθεί * κι οι φοβέρες αχ λατομηθεί
και
στον έναν ο άλλος μπαί * νουν εναντίον οι άνεμοι!
Της
Δικαιοσύνης ήλιε νοητέ * και μυρσίνη συ δοξαστική
μη
παρακαλώ σας μη * λησμονάτε τη χώρα μου!
|
Οδυσσέας Ελύτης, «Το παράπονο»
(από τα «Τα Ρω του έρωτα», 1972)
Εδώ
στου δρόμου τα μισά
έφτασε
η ώρα να το πω
Άλλα
είν' εκείνα που αγαπώ
γι'
αλλού γι' αλλού ξεκίνησα.
Στ'
αληθινά στα ψεύτικα
το
λέω και τ' ομολογώ
Σαν
να 'μουν άλλος κι όχι εγώ
μες
στη ζωή πορεύτηκα.
Όσο
κι αν κανείς προσέχει
όσο
κι αν τα κυνηγά
Πάντα
πάντα θα 'ναι αργά
δεύτερη
ζωή δεν έχει....
|
Πρώτα
θα δεις την ερημιά
και
θα της δώσεις το δικό σου νόημα…
Πριν
από την καρδιά σου
θα
είναι αυτή.
Και
μετά πάλι αυτή θα ακολουθήσει.
Τούτο
μόνο να ξέρεις:
Ό,τι
σώσεις μες την αστραπή
καθαρό
στον αιώνα θα διαρκέσει.
(Από
το «Άξιον Εστί»)
|
Με
την πρώτη σταγόνα της βροχής σκοτώθηκε το καλοκαίρι
Μουσκέψανε τα λόγια που είχανε γεννήσει αστροφεγγιές
Όλα
τα λόγια που είχανε μοναδικό τους προορισμό
Εσένα!
Πριν απ’ τα μάτια μου ήσουν φως Πριν απ’ τον Έρωτα έρωτας Κι όταν σε πήρε το φιλί Γυναίκα
(Από
τους «Προσανατολισμούς»
|
Ήρθαν
ντυμένοι φίλοι αμέτρητες φορές οι εχθροί μου
το
παμπάλαιο χώμα πατώντας
και το
χώμα δεν έδεσε ποτέ με τη φτέρνα τους. (Από το «Άξιον Εστί»)
Θεέ μου, τι μπλε ξοδεύεις για να μη σε βλέπουμε.
(Από τη «Μαρία Νεφέλη»)
Από το «Μονόγραμμα»
Πενθώ
το ρούχο πού άγγιξα και μου ήρθε ο κόσμος.
Έτσι
μιλώ για σένα και για μένα…
Επειδή
σ’ αγαπώ και στην αγάπη ξέρω να μπαίνω σαν πανσέληνος.
Θα
πενθώ πάντα — μ’ ακούς; — για σένα,
μόνος,
στον Παράδεισο
Θα
γυρίσει αλλού τις χαρακιές
Της παλάμης, η Μοίρα, σαν κλειδούχος
Μία στιγμή θα συγκατατεθεί ο Καιρός
Της παλάμης, η Μοίρα, σαν κλειδούχος
Μία στιγμή θα συγκατατεθεί ο Καιρός
Πώς
αλλιώς, αφού αγαπιούνται οι άνθρωποι…
Πενθώ
τον ήλιο και πενθώ τα χρόνια που έρχονται χωρίς εμάς
και
τραγουδώ τ’ άλλα που πέρασαν
εάν είναι αλήθεια…
εάν είναι αλήθεια…
Ακουστά σ’ έχουν τα κύματα
Πώς χαϊδεύεις, πώς φιλάς
Πάντα εσύ τ’ αστεράκι και πάντα εγώ το σκοτεινό πλεούμενο
Πάντα εσύ το λιμάνι κι εγώ το φανάρι το δεξιά
Πάντα εσύ το πέτρινο άγαλμα και πάντα εγώ η σκιά πού μεγαλώνει
Το γερτό παντζούρι εσύ, ο αέρας πού το ανοίγει εγώ
Επειδή σ’ αγαπώ και θα σ’ αγαπώ
Πάντα
Μές
στους τέσσερις τοίχους, το ταβάνι, το πάτωμα
Να φωνάζω εσένα και να με χτυπά η φωνή μου
Να μυρίζω από σένα και ν’ αγριεύουν οι άνθρωποι
Επειδή το αδοκίμαστο και το απ’αλλού φερμένο
Δεν τ’αντέχουν οι άνθρωποι κι είναι νωρίς, μ’ ακούς;
Είναι νωρίς ακόμη μές στον κόσμο αυτόν αγάπη μου
Να φωνάζω εσένα και να με χτυπά η φωνή μου
Να μυρίζω από σένα και ν’ αγριεύουν οι άνθρωποι
Επειδή το αδοκίμαστο και το απ’αλλού φερμένο
Δεν τ’αντέχουν οι άνθρωποι κι είναι νωρίς, μ’ ακούς;
Είναι νωρίς ακόμη μές στον κόσμο αυτόν αγάπη μου
να
μιλώ για σένα και για μένα.
Είναι
νωρίς ακόμη μές στον κόσμο αυτόν, μ’ ακούς;
Δεν έχουν εξημερωθεί τα τέρατα, μ’ ακούς;
Το χαμένο μου το αίμα και το μυτερό, μ’ ακούς;
Μαχαίρι
Σαν κριάρι που τρέχει μές στους ουρανούς
Και των άστρων τους κλώνους τσακίζει, μ’ ακούς;
Είμ’εγώ, μ’ ακούς;
Σ’αγαπώ, μ’ ακούς;
Πουθενά δεν πάω , μ’ακους
Ή κανείς ή κι οι δύο μαζί, μ’ ακούς;
Δεν έχουν εξημερωθεί τα τέρατα, μ’ ακούς;
Το χαμένο μου το αίμα και το μυτερό, μ’ ακούς;
Μαχαίρι
Σαν κριάρι που τρέχει μές στους ουρανούς
Και των άστρων τους κλώνους τσακίζει, μ’ ακούς;
Είμ’εγώ, μ’ ακούς;
Σ’αγαπώ, μ’ ακούς;
Πουθενά δεν πάω , μ’ακους
Ή κανείς ή κι οι δύο μαζί, μ’ ακούς;
Το
λουλούδι αυτό τής καταιγίδας και μ’ακούς
Τής αγάπης
Μία για πάντα το κόψαμε
Και δεν γίνεται ν’ανθίσει αλλιώς, μ’ ακούς;
Ποιος μιλεί στα νερά και ποιος κλαίει- ακούς;
ποιος γυρεύει τον άλλο, ποιος φωναζει-
ακούς;
Είμ’εγώ πού φωνάζω κι είμ’ εγώ πού κλαίω, μ’ ακούς
Σ’ αγαπώ, σ’ αγαπώ, μ’ ακούς;
Τής αγάπης
Μία για πάντα το κόψαμε
Και δεν γίνεται ν’ανθίσει αλλιώς, μ’ ακούς;
Ποιος μιλεί στα νερά και ποιος κλαίει- ακούς;
ποιος γυρεύει τον άλλο, ποιος φωναζει-
ακούς;
Είμ’εγώ πού φωνάζω κι είμ’ εγώ πού κλαίω, μ’ ακούς
Σ’ αγαπώ, σ’ αγαπώ, μ’ ακούς;
Θέλεις να μάθεις ποιοι στίχοι του Ελύτη
έχουν μελοποιηθεί; Μπες στο http://www.stixoi.info
και άκουσε όλα τα μελοποιημένα ποιήματά του.
http://yannisritsos.gr/ (επίσημος
διαδικτυακός τόπος Ρίτσου)
Γιάννης Ρίτσος (1909-1990)
«18 λιανοτράγουδα της πικρής πατρίδας», 1968
2. Κουβέντα με ένα
λουλούδι
Κυκλάμινο, κυκλάμινο,
στου βράχου τη σχισμάδα,
πού βρήκες χρώματα κι
ανθείς πού μίσχο και σαλεύεις;
Μέσα στο βράχο σύναζα το
γαίμα στάλα στάλα,
μαντήλι ρόδινο έπλεξα κι
ήλιο μαζεύω τώρα.
11. Το κυκλάμινο
Μικρό πουλί τριανταφυλλί,
δεμένο με κλωστίτσα,
με τα σγουρά φτεράκια του
στον ήλιο πεταρίζει.
Κι αν το τηράξεις μια
φορά, θα σου χαμογελάσει
κι αν το τηράξεις δυο και
τρεις, θ' αρχίσεις το τραγούδι.
18. Τη ρωμιοσύνη μην την
κλαις
Τη ρωμιοσύνη μην την
κλαις, - εκεί που πάει να σκύψει
με το σουγιά στο κόκαλο,
με το λουρί στο σβέρκο,
Να τη πετιέται αποξαρχής
κι αντρειεύει και θεριεύει
και καμακώνει το θεριό με
το καμάκι του ήλιου.
|
Ερωτήσεις:
α1.
Να σχολιάσετε τον τίτλο της συλλογής σε σχέση
με το περιεχόμενο.
β1.
Ποιο ρηματικό πρόσωπο κυριαρχεί στα ποιήματα; Γιατί το επιλέγει ο ποιητής;
β2. Να
εντοπίσετε 3 διαφορετικά σχήματα λόγου.
γ1. Ο Ρίτσος επηρεάστηκε από το συμβολισμό και τον
υπερρεαλισμό. Να καταγράψετε τρεις (3) λέξεις ή φράσεις που το αποδεικνύουν.
γ2. Τα ποιήματα είναι γραμμένα στη
φόρμα των δημοτικών λιανοτράγουδων. Να επιβεβαιώσετε την άποψη αυτή.
δ1.
Ποιο είναι το θέμα των ποιημάτων; Ποια
συναισθήματα κυριαρχούν;
δ2.
Πώς αντιλαμβάνεστε το νόημα του τρίτου λιανοτράγουδου; Να καταγράψετε τις
απόψεις σας σε ένα κείμενο 100-120 λέξεων.
|
Γιάννης Ρίτσος (1909-1990)
«Καπνισμένο τσουκάλι», 1949
Χαμογελάμε κατά μέσα.
Αυτό το χαμόγελο το κρύβουμε τώρα.
Παράνομο χαμόγελο — όπως
παράνομος έγινε κι ο ήλιος
παράνομη κι η αλήθεια.
Κρύβουμε το χαμόγελο
όπως κρύβουμε στην τσέπη
μας τη φωτογραφία της αγαπημένης μας
όπως κρύβουμε την ιδέα
της λευτεριάς ανάμεσα στα δυο φύλλα της καρδιάς μας.
Όλοι εδώ πέρα έχουμε έναν
ουρανό και το ίδιο χαμόγελο.
Αύριο μπορεί να μας
σκοτώσουν. Αυτό το χαμόγελο
κι αυτόν τον ουρανό δεν
μπορούν να μας τα πάρουν.
Και να, αδελφέ μου, που
μάθαμε να κουβεντιάζουμε
Ήσυχα ήσυχα κι απλά.
Καταλαβαινόμαστε τώρα —
δε χρειάζονται περισσότερα.
Κι αύριο λέω θα γίνουμε
ακόμα πιο απλοί
θα βρούμε αυτά τα λόγια
που παίρνουν το ίδιο βάρος σ' όλες τις καρδιές, σ' όλα τα χείλη
έτσι να λέμε πια τα σύκα:
σύκα, και τη σκάφη: σκάφη,
κι έτσι που να χαμογελάνε
οι άλλοι και να λένε: «τέτοια ποιήματα
σου φτιάχνουμε εκατό την
ώρα». Αυτό θέλουμε και μεις.
Γιατί εμείς δεν
τραγουδάμε για να ξεχωρίσουμε, αδελφέ μου, απ' τον κόσμο
εμείς τραγουδάμε για να
σμίξουμε τον κόσμο.
|
Ερωτήσεις:
α1. Το ποίημα ανήκει στην
παραδοσιακή ή στη μοντέρνα ποίηση; Να αναφέρετε τέσσερα (4) χαρακτηριστικά
που επιβεβαιώνουν την απάντησή σας.
α2.
Να δώσετε ένα δικό σας τίτλο στο απόσπασμα.
β1. Να εντοπίσετε τρία (3) διαφορετικά σχήματα
λόγου.
β2. Ποια ρηματικό πρόσωπο κυριαρχεί στο ποίημα; Γιατί, κατά τη γνώμη
σας, τα επιλέγει ο Ρίτσος;
β3. Να σχολιάσετε τη
γλώσσα του κειμένου κάνοντας αναφορά στις γλωσσικές επιλογές του ποιητή.
γ1. Ο Ρίτσος είναι ένα από τους σημαντικότερους ποιητές
της γενιάς του '30, που συνέβαλε στην ανανέωση της ελληνικής ποίησης. Να
τεκμηριώσετε την άποψη αυτή.
δ1. Ποιο είναι το θέμα του ποιήματος; Ποια
συναισθήματα κυριαρχούν;
δ2.
Να σχολιάσετε σε μία παράγραφο (130-150 λέξεις) το περιεχόμενο των δύο
τελευταίων στίχων του αποσπάσματος.
|
Γιάννης Ρίτσος (1909-1990)
«Ρωμιοσύνη» (γραμμένη το 1945-47 και τυπωμένη πρώτη φορά το 1954 στη συλλογή
«Αγρύπνια»)
Ενότητα IV
..................................................................................................................
Με τόσα φύλλα να σου
γνέφει ο ήλιος καλημέρα,
με τόσα φλάμπουρα να
λάμπει ο ουρανός,
και τούτοι μες στα σίδερα
και κείνοι μες στο χώμα.
Σώπα, όπου νά ΄ναι θα
σημάνουν ο καμπάνες.
Αυτό το χώμα είναι δικό
τους και δικό μας.
Κάτου απ᾿ το χώμα, μες στα σταυρωμένα χέρια τους
κρατάνε της καμπάνας το σκοινί
- προσμένουνε την ώρα, δεν κοιμούνται, δεν πεθαίνουν,
προσμένουν να σημάνουν
την ανάσταση. Τούτο το χώμα
είναι δικό τους και δικό
μας - δεν μπορεί κανείς να μας το πάρει.
|
Ερωτήσεις:
α1. Το ποίημα ανήκει στην
παραδοσιακή ή στη μοντέρνα ποίηση; Να αναφέρετε τέσσερα (4) χαρακτηριστικά
που επιβεβαιώνουν την απάντησή σας.
α2. Γιατί, κατά τη γνώμη σας,
ο Ρίτσος υιοθετεί τη λέξη «Ρωμιοσύνη» για το νεοελληνικό του έπος και όχι την
έννοια του Ελληνισμού ή κάποια άλλη έννοια;
α3.
Να δώσετε ένα δικό σας τίτλο στο απόσπασμα.
β1. Να εντοπίσετε τις εικόνες που κυριαρχούν στο
απόσπασμα. Ποιος είναι ο λειτουργικός τους ρόλος;
β2. Τι πετυχαίνει ο ποιητής με την επανάληψη της
φράσης «αυτό/τούτο το χώμα είναι δικό τους και δικό μας»;
β3. Ποιες παρατηρήσεις μπορείτε να κάνετε για τη
γλώσσα του ποιήματος;
γ1. Στα έργα της περιόδου 1944-1955 (όπου κυριαρχεί η σκληρή δοκιμασία
της Κατοχής, της Αντίστασης, του εμφύλιου πολέμου και της εξορίας) ο ποιητής
συνδυάζει ποικίλους εκφραστικούς τρόπους: δημοτικό τραγούδι, συμβολισμό,
υπερρεαλιστικά στοιχεία. Επιβεβαιώνεται αυτό από το συγκεκριμένο απόσπασμα;
δ1.
Ποια είναι η σχέση
ανάμεσα στο φυσικό και στο ανθρώπινο στοιχείο στο απόσπασμα που σας δίνεται;
δ2. Ποιος είναι ο χαρακτήρας της ποίησης του Ρίτσου;
Γιατί ο ίδιος θεωρείται ότι είναι ταγμένος στη «στρατευμένη τέχνη»;
δ3. Η «Ρωμιοσύνη»
του Γιάννη Ρίτσου, γραμμένη στο διάστημα 1945-47, μια ιδιαίτερα κρίσιμη
περίοδο της ελληνικής ιστορίας (όταν, μετά τα Δεκεμβριανά του’44 και τη
συμφωνία της Βάρκιζας το Φεβρουάριο του 1945, ο αγώνας των αριστερών
αντιστασιακών οργανώσεων του Ε.Α.Μ. φαίνεται χαμένος και η πολιτική
αντιπαράθεση οδηγεί στη δεύτερη και αιματηρότερη περίοδο του εμφύλιου πολέμου),
αποτελεί έναν ύμνο στο πνεύμα αντίστασης του ελληνικού λαού, που, κατά τον
ποιητή, συνιστά τη διαχρονική ουσία του ελληνικού τόπου και των ανθρώπων του.
Να τεκμηριώσετε την άποψη αυτή με στοιχεία του κειμένου.
δ4.
Στη «Ρωμιοσύνη» υπάρχει ενιαία αντίληψη του χρόνου, καθώς παρόν, παρελθόν και
μέλλον συνυπάρχουν σε μια διαρκή επικαιρότητα. Να το αποδείξετε.
|
Γιάννης Ρίτσος, Από το έργο
«Η σονάτα του σεληνόφωτος», («Τέταρτη διάσταση», 1956-1975)
«Άφησέ με νάρθω μαζί σου. Τι φεγγάρι απόψε!
Είναι καλό το φεγγάρι, – δε θα φαίνεται
που ασπρίσαν τα μαλλιά μου. Το φεγγάρι
θα κάνει πάλι χρυσά τα μαλλιά μου. Δε θα
καταλάβεις.
Άφησε με νάρθω μαζί σου.
Όταν έχει φεγγάρι, μεγαλώνουν οι σκιές μες στο
σπίτι,
αόρατα χέρια τραβούν τις κουρτίνες,
ένα δάχτυλο αχνό γράφει στη σκόνη του πιάνου
λησμονημένα λόγια – δε θέλω να τ’ ακούσω. Σώπα.
Το ξέρω πως καθένας μοναχός πορεύεται στον έρωτα,
μοναχός στη δόξα και στο θάνατο.
Το ξέρω. Το δοκίμασα. Δεν ωφελεί.
Άφησε με νάρθω μαζί σου.»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου