Σελίδες

Κυριακή 27 Μαρτίου 2016

5. ΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΝΕΟΡΟΜΑΝΤΙΣΜΟΣ - ΝΕΟΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΣ (1920-1930)

5. ΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΣ (1900)
ΝΕΟΡΟΜΑΝΤΙΣΜΟΣ / ΝΕΟΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΣ (1920-1930)

ΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΣ: Ο συμβολισμός ως νέα λογοτεχνική σχολή εμφανίζεται ως διπλή αντίδραση τόσο στο ρομαντικό στόμφο και τη ρητορεία όσο και στην παρνασσική απάθεια, αντικειμενικότητα και ακαμψία στο στίχο. Για το συμβολιστή ποιητή η πραγματικότητα που αντιλαμβανόμαστε με τις αισθήσεις μας, δηλαδή ο εξωτερικός κόσμος, δεν έχει κανένα ποιητικό ενδιαφέρον. Ωστόσο, τα πράγματα αυτού του κόσμου η ποίηση μπορεί να τα χρησιμοποιήσει ως σύμβολα, για να φτάσει στην έκφραση ιδεών, ψυχικών ή νοητικών καταστάσεων, συναισθημάτων κ.τ.λ.

Γενικά χαρακτηριστικά της ποιητικής παραγωγής
1) Το εννοιολογικό περιεχόμενο του ποιήματος πρέπει να περιοριστεί στο ελάχιστο. Η ποίηση απαλλάσσεται από κάθε φιλοσοφικό και ηθικοδιδακτικό στοιχείο, καθώς και από ρητορισμούς ή θέματα του δημόσιου βίου· γίνεται αυτό που θα έπρεπε πάντοτε να είναι, δηλαδή καθαρή ποίηση, γεμάτη μαγεία και γοητεία.
2) Βασικά στοιχεία του ποιήματος είναι η μουσικότητα και η υποβλητικότητα. Ο ποιητής προσπαθεί να υποβάλει τις ψυχικές του διαθέσεις δίνοντας στο ποίημά του έναν τόνο μουσικό, που εξαρτάται από την ακουστική ποιότητα των λέξεων και την κατάλληλη τοποθέτησή τους.
3) Υπάρχει συσχέτιση αντικειμένων και ψυχικών καταστάσεων· τα αντικείμενα δηλαδή εκφράζουν τις ψυχικές καταστάσεις, γίνονται σύμβολά τους.


Κωνσταντίνος Χατζόπουλος
(1868-1920)
«Χριστούγεννα του χωριού»

Μες στην αστρόφεγγη βραδιά
πέφτει ψιλό - ψιλό το χιόνι
γύρω στην έρμη λαγκαδιά
στρώνοντας κάτασπρο σεντόνι.

Ούτε πουλιού γροικάς λαλιά
ούτ’ ένα βέλασμα προβάτου
λες και απλωμένη σιγαλιά
είναι κει ολόγυρα θανάτου.

Μα ξάφνου πέρα απ’ το βουνό
γλυκός σημάντρου ήχος γροικιέται,
ωσάν βαθιά απ’ τον ουρανό,
μέσα στη νύχτα να σκορπιέται.

Κι αντιλαλεί τερπνά – τερπνά
γύρω στην άφωνη την πλάση,
και το χωριό γλυκοξυπνά
την Άγια μέρα να γιορτάσει.



Ερωτήσεις:

α1. Το ποίημα ανήκει στην παραδοσιακή ή στη μοντέρνα ποίηση; Να αναφέρετε τέσσερα (4) χαρακτηριστικά που επιβεβαιώνουν την απάντησή σας.

α2. Να σχολιάσετε τον τίτλο σε σχέση με το περιεχόμενο. Να δώσετε ένα δικό σας τίτλο στο ποίημα.

 

β1. Ποιο ρηματικό πρόσωπο κυριαρχεί στο ποίημα; Να σχολιάσετε την επιλογή του ποιητή.
β2. Να εντοπίσετε τέσσερα (4) διαφορετικά σχήματα λόγου και να δηλώσετε κατά πόσο αυτά εκφράζουν την πραγματικότητα ή τη φαντασία.

γ1. Ποια χαρακτηριστικά του ποιήματος μας επιτρέπουν να το εντάξουμε στο ρεύμα του συμβολισμού;
γ2. Να εντοπίσετε λέξεις ή φράσεις που πετυχαίνουν την εννοιολογική φόρτιση και εικονογραφική πύκνωση του κειμένου (συμβολιστική δράση).

δ1. Πώς λειτουργούν στη διαμόρφωση συναισθημάτων οι εικόνες ομορφιάς της φύσης που παρουσιάζονται στο ποίημα;



ΝΕΟΡΟΜΑΝΤΙΣΜΟΣ/ΝΕΟΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΣ
Γύρω στα 1920, κάνουν την εμφάνισή τους ποιητές βαθύτατα επηρεασμένοι από το γαλλικό συμβολισμό, τους οποίους συνήθως κατατάσσουμε στη λεγόμενη ομάδα του νεοσυμβολισμού. Τους ποιητές χαρακτηρίζει ο ψυχικός κάματος και μια δυσκολία προσαρμογής στην πραγματικότητα της ζωής: ο Ρώμος Φιλύρας (1889-1942), ο Κώστας Ουράνης (1890-1953), ο Ναπολέων Λαπαθιώτης (1888-1943) και ο αντιπροσωπευτικότερος της γενιάς, ο Κώστας Καρυωτάκης (1896-1928), ποιητής που εξέφρασε όσο κανένας άλλος από τη γενιά του το αίσθημα του ανικανοποίητου και της παρακμής, που χαρακτήριζε την εποχή του. Ενώ όμως οι άλλοι έμειναν στο κλίμα της ανίας, της διάλυσης και της απιστίας, γεμάτος από αισθηματισμό και φιλαρέσκεια, ο Καρυωτάκης έδωσε μια μεστή αίσθηση της πραγματικότητας, η οποία όμως θα τον οδηγήσει στο τραγικό αδιέξοδο. Η στάση του είναι αντιηρωική και εκφράζεται ως διαμαρτυρία, που φτάνει στο σαρκασμό. Πλήθος είναι οι ποιητές που υιοθετούν τη στάση του Καρυωτάκη, τον «καρυωτακισμό». Πιο γνήσιοι είναι η Μαρία Πολυδούρη (1902-1930), ο Μήτσος Παπανικολάου (1900-1943), ο Τέλλος Άγρας (1899-1944) και ο Τάκης Παπατσώνης (1895-1976).
Η ποιητική παραγωγή αυτής της περιόδου εμφανίζει επιρροές α) από το ρομαντισμό: πένθιμη ατμόσφαιρα και μελοδραματικός τόνος και β) από τον συμβολισμό: υποβολή μιας διάχυτης και απροσδιόριστης μελαγχολίας, χαμηλοί τόνοι, μουσικότητα του στίχου

Γενικά χαρακτηριστικά της ποιητικής παραγωγής
   αποδέσμευση από την παλαμική μεγαλοστομία και εισαγωγή του χαμηλόφωνου και ιδιαίτερα μουσικού τόνου στην ποίησή τους
   έκφραση κυρίως τραυματικών συναισθημάτων και ψυχικών καταστάσεων, επιστροφή στο ατομικό βίωμα, εσωτερική, εγωκεντρική θέαση των πραγμάτων
      κυριαρχία του συναισθήματος, μελαγχολία, τάση φυγής από την πραγματικότητα, κλίμα κόπωσης και γενικευμένης απαισιοδοξίας, ονειροπόληση, επιθυμία του ανέφικτου
       παραίτηση από τα ιδανικά, την ελπίδα και την ζωή, τις συλλογικές υψηλές επιδιώξεις
      σε επίπεδο μορφής: διάθεση υπονόμευσης της παραδοσιακής στιχουργικής

Ναπολέων Λαπαθιώτης
(1888-1944)
«Νυχτερινό»

Μονάχη η φλόγα του κεριού μου,
κι απέναντί μου στο τραπέζι
θαρρείς το τέλος της προσμένει˙
λίγες στιγμές έχει να ζήσει
και μες στη νύχτα τρεμοπαίζει,
σα μια ψυχούλα φοβισμένη...

Απ’ όξω έν' άγρυπνο φεγγάρι
με κόπο χάνεται στα χάη
μιας ατελεύτητης ερήμου...
Σα να μη θέλει να πεθάνει,
μ' αναλαμπές ψυχομαχάει
το ετοιμοθάνατο κερί μου...

Και το βαρύθυμο φεγγάρι,
που χρόνια τώρα έχει σωπάσει,
και το κερί μου που πεθαίνει,
και, μέσα, η σκοτεινή ψυχή μου,
χωρίς αιτία κι οι τρεις στην πλάση
είμαστε τόσο λυπημένοι...

Ερωτήσεις:

α1. Το ποίημα ανήκει στην παραδοσιακή ή στη μοντέρνα ποίηση; Να αναφέρετε τέσσερα (4) χαρακτηριστικά που επιβεβαιώνουν την απάντησή σας.

α2. Να σχολιάσετε τον τίτλο σε σχέση με το περιεχόμενο. Να δώσετε ένα δικό σας τίτλο στο ποίημα.


β1. Ποια ρηματικά πρόσωπα χρησιμοποιούνται στο ποίημα; Γιατί, κατά τη γνώμη σας, τα επιλέγει ο ποιητής;
β2. Ποιες παρατηρήσεις μπορείτε να κάνετε για τη γλώσσα του ποιήματος;
β3. Να εντοπίσετε τέσσερα (4) διαφορετικά σχήματα λόγου.

γ1. Στο ποίημα έντονη είναι η επίδραση του συμβολισμού, αλλά υπάρχουν και στοιχεία ρομαντισμού. Να τεκμηριώσετε την παραπάνω παρατήρηση.

δ1. Ποιο είναι το θέμα του ποιήματος; Ποια συναισθήματα κυριαρχούν;
δ2. Να σχολιάσετε σε ένα κείμενο (130-150 λέξεις) το περιεχόμενο της τελευταίας στροφής του ποιήματος.



ΒΑΟ, ΓΑΟ , ΔΑΟ  

Ζινώντας παβίδονο σαβίνι,
Κι απονιβώντας ερομιδαλιό
Κουμάνισα το βίρο του λαβίνι
Με σάβανο γιδένι του Θαλιό.

Κι ανέδοντας έν΄άκονο λαβίνι
Που ραδαγοσαλιούσε τον αλιό
Σινέρωσα τον άβο του ραβίνι
Σ΄ένα άφαρο δαμένικο ραλιό!

Σουβέροδα στ΄αλίκοπα σουνέκια
Μες στ΄ άλινα που δεν εσιβονεί
Βαρίλωσα τα κίμορα κουνέκια

Και λαδαμποσαλώντας την ονή
Καράμπωσα το βούλινο διράνι
Σαν άλιφο τουρένι που κιράνει.

           Ο Λαπαθιώτης, σ’ ένα ποιητικό παιχνίδι του, το 1938, έγραψε το "ΒΑΟ ΓΑΟ ΔΑΟ" ένα ποίημα απρόσμενο για την εποχή του. Προλαβαίνει έτσι ο Λαπαθιώτης τους κύριους εκπροσώπους του Λεττρισμού (Lettrisme), το οποίο ως κίνημα εμφανίζεται γύρω στο 1945. Το κίνημα του Λεττρισμού είναι ένα "αντιλεξικό" κίνημα, πρεσβεύει μια ποίηση που θα βασίζεται στη δύναμη του φθόγγου – στη δύναμη της ήχησης, κι όχι στο νόημα των λέξεων.
           Ο ποιητής φτιάχνει δικές του λέξεις, καινοφανείς, με αυθαίρετους (;) φθογγικούς συνδυασμούς, φαινομενικά «άσημες», που ανοίγουν, ωστόσο, το πεδίο στον αναγνώστη, να τις φορτίσει με νόημα. Πέρα από τις παράπλευρες επιδιώξεις (καινοφανή λεκτικά μορφώματα, κωμικές ετυμολογικές αναφορές, επί μέρους παρηχήσεις κλπ), κύρια επιδίωξη είναι η δημιουργία ενός κλίματος ηχητικού, το οποίο μάλιστα με την απαγγελία εντείνεται ακόμα περισσότερο.

Κώστας Καρυωτάκης (1896-1928)
«Πρέβεζα»

Θάνατος είναι οι κάργες που χτυπιούνται
στους μαύρους τοίχους και στα κεραμίδια,
θάνατος οι γυναίκες που αγαπιούνται
καθώς να καθαρίζουνε κρεμμύδια.

Θάνατος οι λεροί, ασήμαντοι δρόμοι
με τα λαμπρά, μεγάλα ονόματά τους,
ο ελαιώνας, γύρω η θάλασσα, κι ακόμη
ο ήλιος, θάνατος μέσα στους θανάτους.

Θάνατος ο αστυνόμος που διπλώνει
για να ζυγίσει μια «ελλιπή» μερίδα,
θάνατος τα ζουμπούλια στο μπαλκόνι
κι ο δάσκαλος με την εφημερίδα.

Βάσις, Φρουρά, Εξηκονταρχία Πρεβέζης.
Την Κυριακή θ’ ακούσουμε την μπάντα.
Επήρα ένα βιβλιάριο Τραπέζης,
πρώτη κατάθεσις δραχμές τριάντα.

Περπατώντας αργά στην προκυμαία,
«Υπάρχω;» λες, κι ύστερα «Δεν υπάρχεις!».
Φτάνει το πλοίο. Υψωμένη σημαία.
Ίσως έρχεται ο Κύριος Νομάρχης.

Αν τουλάχιστον, μέσα στους ανθρώπους
αυτούς, ένας πέθαινε από αηδία...
Σιωπηλοί, θλιμμένοι, με σεμνούς τρόπους,
θα διασκεδάζαμε όλοι στην κηδεία.

Ερωτήσεις:

α1. Το ποίημα ανήκει στην παραδοσιακή ή στη μοντέρνα ποίηση; Να αναφέρετε τέσσερα (4) χαρακτηριστικά που επιβεβαιώνουν την απάντησή σας.

α2. Να σχολιάσετε τον τίτλο σε σχέση με το περιεχόμενο. Να δώσετε ένα δικό σας τίτλο στο ποίημα.


β1. Ποια ρηματικά πρόσωπα χρησιμοποιούνται στο ποίημα; Γιατί, κατά τη γνώμη σας, τα επιλέγει ο ποιητής;
β2. Το ποίημα συντίθεται με αναφορές στη φύση, στην πόλη και στους ανθρώπους. Να βρείτε πέντε λέξεις ή φράσεις για κάθε κατηγορία.
β3. Να εντοπίσετε τέσσερις (4) λέξεις ή φράσεις που αποδίδουν την εμμονή του ποιητή στην ιδέα του θανάτου.
β4. Να σχολιάσετε τη χρήση του ευθέος λόγου στο ποίημα (ε΄ στροφή).
β5. Πώς αντιλαμβάνεστε το νόημα του στίχου «κι ακόμη / ο ήλιος, θάνατος μέσα στους θανάτους» ;

γ1. Ποια χαρακτηριστικά του ποιήματος μας επιτρέπουν να το εντάξουμε στο ρεύμα του νεοσυμβολισμού;

δ1. Ο Καρυωτάκης βρίσκεται με δυσμενή μετάθεση στην Πρέβεζα. Στο ποίημά του δίνει εικόνες από την πόλη και τους ανθρώπους της. Ποια στοιχεία της επαρχιακής πόλης σαρκάζει;
δ2. Πώς αντιλαμβάνεστε το νόημα της τελευταίας στροφής; Να καταγράψετε τις απόψεις σας σε ένα κείμενο 100-120 λέξεων.
δ3. Προσπαθήστε να ζωγραφίσετε την πόλη της Πρέβεζας, όπως την περιγράφει ο Καρυωτάκης.


Μαρία Πολυδούρη (1902-1930)
«Μόνο γιατί μ’ αγάπησες»

Δεν τραγουδώ παρά γιατί μ’ αγάπησες
στα περασμένα χρόνια.
Και σε ήλιο, σε καλοκαιριού προμάντεμα
και σε βροχή, σε χιόνια,
δεν τραγουδώ παρά γιατί μ’ αγάπησες.

Μόνο γιατί με κράτησες στα χέρια σου
μια νύχτα και με φίλησες στο στόμα,
μόνο γι’ αυτό είμαι ωραία σαν κρίνο ολάνοιχτο
κ’ έχω ένα ρίγος στην ψυχή μου ακόμα,
μόνο γιατί με κράτησες στα χέρια σου.

Μόνο γιατί τα μάτια σου με κύτταξαν
με την ψυχή στο βλέμμα,
περήφανα στολίστηκα το υπέρτατο
της ύπαρξής μου στέμμα,
μόνο γιατί τα μάτια σου με κύτταξαν.

Μόνο γιατί όπως πέρναα με καμάρωσες
και στη ματιά σου να περνάη
είδα τη λυγερή σκιά μου, ως όνειρο
να παίζει, να πονάη,
μόνο γιατί όπως πέρναα με καμάρωσες.

Γιατί, μόνο γιατί σε σέναν άρεσε
γι’ αυτό έμεινεν ωραίο το πέρασμά μου.
Σα να μ’ ακολουθούσες όπου πήγαινα,
σα να περνούσες κάπου εκεί σιμά μου.
Γιατί, μόνο γιατί σε σέναν άρεσε.

Μόνο γιατί μ’ αγάπησες γεννήθηκα,
γι’ αυτό η ζωή μου εδόθη.
Στην άχαρη ζωή την ανεκπλήρωτη
μένα η ζωή πληρώθη.
Μόνο γιατί μ’ αγάπησες γεννήθηκα.

Μονάχα για τη διαλεχτήν αγάπη σου
μου χάρισε η αυγή ρόδα στα χέρια.
Για να φωτίσω μια στιγμή το δρόμο σου
μου γέμισε τα μάτια η νύχτα αστέρια,
μονάχα για τη διαλεχτήν αγάπη σου.

Μονάχα γιατί τόσο ωραία μ’ αγάπησες
έζησα, να πληθαίνω
τα ονείρατά σου, ωραίε, που βασίλεψες
κι έτσι γλυκά πεθαίνω,
μονάχα γιατί τόσο ωραία μ’ αγάπησες.

Ερωτήσεις:

α1. Το ποίημα ανήκει στην παραδοσιακή ή στη μοντέρνα ποίηση; Να αναφέρετε τέσσερα (4) χαρακτηριστικά που επιβεβαιώνουν την απάντησή σας.


β1. Ποια ρηματικά πρόσωπα χρησιμοποιούνται στο ποίημα; Γιατί, κατά τη γνώμη σας, τα επιλέγει ο ποιητής;
β2. Η ποιήτρια επιλέγει να τοποθετήσει αρκετά ρήματα στον αόριστο. Να ερμηνεύσετε την επιλογή αυτή.
β3. Ολόκληρο το ποίημα δομείται σε μια σχέση ενέργειας - αποτελέσματος. Να επιβεβαιώσετε τη διαπίστωση αυτή με παραδείγματα από το κείμενο.
β4. Να εντοπίσετε τέσσερα (4) διαφορετικά σχήματα λόγου.
β5. Το κυκλικό σχήμα επανέρχεται σε κάθε στροφή του ποιήματος. Να εντοπίσετε δύο συγκεκριμένες λειτουργίες του μέσα στο κείμενο.
β6. Η λέξη «μόνο» επαναλαμβάνεται πολλές φορές μέσα στο ποίημα. Πώς ερμηνεύετε την επανάληψη αυτή;

γ1. Ποια χαρακτηριστικά του ποιήματος μας επιτρέπουν να το εντάξουμε στο ρεύμα του νεορομαντισμού;

γ2. «Τα ποιήματα της Πολυδούρη μοιάζουν με σελίδες ημερολογίου ή με ερωτικές επιστολές που έχουν συγκεκριμένο αποδέκτη»: Να εντοπίσετε τρία στοιχεία που επιβεβαιώνουν την παραπάνω άποψη.


δ1. Ποιο είναι το θέμα του ποιήματος; Ποια συναισθήματα κυριαρχούν;
δ2. Να σχολιάσετε σε μία παράγραφο (130-150 λέξεις) το περιεχόμενο της τελευταίας στροφής του ποιήματος.


4. ΚΑΒΑΦΗΣ

4. Κ.Π. Καβάφης

(29 Απριλίου 1863- 29 Απριλίου 1933)


Γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια. Έμπορος ήταν και ο πατέρας του. Η μητέρα του καταγόταν από την Κωνσταντινούπολη. Μετά το θάνατο του πατέρα του ακολούθησε τις μετακινήσεις της οικογένειας του και έζησε από το 1872 ως το 1878 στο Λονδίνο και από το 1882 ως το 1885 στην Κωνσταντινούπολη. Μετά το 1885 εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Αλεξάνδρεια, όπου και πέθανε. Τις εγκύκλιες σπουδές του έκανε στο Λονδίνο και στην Αλεξάνδρεια. Πανεπιστημιακές σπουδές δεν έκανε, αλλά κατόρθωσε να αποκτήσει βαθύτατη μόρφωση με τις προσωπικές του μελέτες (κυρίως ιστορίας). Επίσης η διαμονή του στα μεγάλα κοσμοπολίτικα κέντρα της εποχής του (Λονδίνο, Κωνσταντινούπολη, Αλεξάνδρεια) τον εφοδίασε με πλούσια πείρα. Γνώριζε πολύ καλά τη γαλλική και την αγγλική γλώσσα.
Ποιήματα αρχίζει να δημοσιεύει το 1886, αλλά θα αργήσει να βρει την προσωπική του έκφραση. Ως το 1900 περίπου η ποίησή του είναι επηρεασμένη από τους ρομαντικούς ποιητές στη διάθεση, στη στιχουργία και στη γλώσσα (καθαρεύουσα). Κατόρθωσε όμως να απαλλαγεί από τους παραδοσιακούς λυρικούς τρόπους και να δημιουργήσει μια ποίηση έντονα προσωπική. Μια τέτοια ποίηση ερχόταν σε αντίθεση με την ποίηση που την ίδια εποχή καλλιεργούνταν στην Αθήνα με κύριο εκπρόσωπο τον Κωστή Παλαμά. Γι' αυτό και άργησε να γίνει αποδεκτή.
Πρώτος τον παρουσίασε στην Αθήνα ο Γρ. Ξενόπουλος το 1903 μ' ένα άρθρο του στο περιοδικό Παναθήναια , αλλά η φήμη του εδραιώνεται μετά το 1920, οπότε και έχομε το πρώτο αφιέρωμα στον Καβάφη του περ. Ποιητική Τέχνη (1924). Η οξύτατη σκέψη του ποιητή, η βαθιά αίσθηση του τραγικού και η εκλεπτυσμένη ευαισθησία του δίνουν στην ποίηση του βάθος και πολλαπλές διαστάσεις. Σήμερα ο Καβάφης θεωρείται ένας από τους κορυφαίους ποιητές, όχι μονάχα της ελληνικής, αλλά και της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας.
Τα ποιήματά του δημοσιεύονται συνήθως σε τρεις μεγάλες κατηγορίες:  Τα αναγνωρισμένα (154 ποιήματα), τα αποκηρυγμένα (37 ποιήματα) και τα κρυμμένα- ανέκδοτα (75 ποιήματα).
Τα ποιήματά του ως προς το θέμα τους χωρίζονται σε τρεις κατηγορίες: τα ιστορικά, τα φιλοσοφικά και τα ερωτικά. Από τα «ιστορικά» τα πιο πολλά αναφέρονται σε περιστατικά των ελληνιστικών κυρίως χρόνων (αλλά και των ρωμαϊκών και βυζαντινών) ή σε πλαστά περιστατικά, που ο ποιητής παρουσιάζει ως ιστορικά (ψευδοϊστορικά). Μέσα από αυτά εκφράζονται συνήθως σύγχρονες καταστάσεις. Τα «φιλοσοφικά» του είναι κυρίως ποιήματα βιοθεωρίας, όπου ο διδακτικός τόνος είναι έκφραση ζωής συνειδητά βιωμένης, ενώ στα «ερωτικά» συνυφαίνεται ο ηδονισμός με τον αισθητισμό.

Χαρακτηριστικά γνωρίσματα της ποίησης του Καβάφη

1.  Ιδιότυπη γλώσσα: Η γλώσσα του Καβάφη αποτελεί κράμα: Χρησιμοποιεί ως βάση τη δημοτική, εμπλουτισμένη με λόγιους – αρχαΐζοντες τύπους και ιδιωματικούς τύπους από το κωνσταντινοπολίτικο ιδίωμα (όπως μιλιόταν στην παροικία της Αλεξάνδρειας).
2.     Από άποψη μορφής: Τα ποιήματά του ανήκουν στη μοντέρνα ποίηση. Συνήθως, δεν έχουν ομοιοκαταληξία (και αν έχουν, τότε εξυπηρετείται μάλλον η ειρωνική διάθεση του ποιητή), οι στροφές δεν έχουν ίσο αριθμό στίχων και οι στίχοι είναι ανισοσύλλαβοι. Το μέτρο είναι συνήθως ιαμβικό (πεζολογικός ρυθμός)Η στίξη είναι προσεκτικά τοποθετημένη και παίζει σημαντικό ρόλο (πχ. ειρωνεία, σκηνοθετικές οδηγίες απαγγελίας, όπως χαμήλωμα φωνής όταν έχουμε παρένθεση κ.ά.).
3. Ο ποιητικός του λόγος:  είναι απλός, λιτός, πυκνός, επιγραμματικός, πεζολογικός. Κυριαρχούν τα ρήματα και τα ουσιαστικά. Απουσιάζουν οι λυρικές εκφράσεις, τα πλούσια εκφραστικά μέσα και τα επίθετα και όποτε χρησιμοποιούνται εξυπηρετούν κυρίως την καβαφική ειρωνεία, η οποία χαρακτηρίζει πολλά από τα ποιήματά του.
4.  H αφήγηση και οι περιγραφές του είναι ρεαλιστικές. Ο λόγος του χαρακτηρίζεται από ακριβολογία.
5.     Aπουσιάζει σχεδόν τελείως η περιγραφή της φύσης.(ποιητής του κλειστού χώρου)
6.    Ο δραματικός μονόλογος (το ποιητικό υποκείμενο απευθύνεται στο “εσύ”) και ο διάλογος είναι από τους κύριους αφηγηματικούς τρόπους που χρησιμοποιεί. Τα ποιήματά του χαρακτηρίζονται από θεατρικότητα. Στο έργο του δρουν πρόσωπα και προσωπεία, όπως στο αρχαίο δράμα, πίσω από τα οποία κρύβεται ο ποιητής. Yποδύεται ρόλους.

http://www.kavafis.gr (επίσημος διαδικτυακός τόπος του αρχείου Καβάφη)

Ιθάκη

Σα βγεις στον πηγαιμό για την Ιθάκη,
να εύχεσαι να΄ ναι μακρύς ο δρόμος,
γεμάτος περιπέτειες, γεμάτος γνώσεις.
Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας,
τον θυμωμένο Ποσειδώνα μη φοβάσαι,                5
τέτοια στον δρόμο σου ποτέ σου δεν θα βρεις,
αν μέν’ η σκέψις σου υψηλή, αν εκλεκτή
συγκίνησις το πνεύμα και το σώμα σου αγγίζει.
Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας,
τον άγριο Ποσειδώνα δεν θα συναντήσεις,         10
αν δεν τους κουβανείς μες στην ψυχή σου,
αν η ψυχή σου δεν τους στήνει εμπρός σου.

Να εύχεσαι να΄ ναι μακρύς ο δρόμος.               
Πολλά τα καλοκαιρινά πρωιά να είναι
που με τι ευχαρίστησι, με τι χαρά                      15
θα μπαίνεις σε λιμένας πρωτοειδωμένους·
να σταματήσεις σ’ εμπορεία Φοινικικά,
και τες καλές πραγμάτειες ν’ αποκτήσεις,
σεντέφια και κοράλλια, κεχριμπάρια κ’ έβενους,
και ηδονικά μυρωδικά κάθε λογής,                   20
όσο μπορείς πιο άφθονα ηδονικά μυρωδικά·
σε πόλεις Aιγυπτιακές πολλές να πας,
να μάθεις και να μάθεις απ’ τους σπουδασμένους.

Πάντα στον νου σου να΄ χεις την Ιθάκη.
Το φθάσιμον εκεί είν’ ο προορισμός σου.           25
Aλλά μη βιάζεις το ταξείδι διόλου.
Καλλίτερα χρόνια πολλά να διαρκέσει·
και γέρος πια ν’ αράξεις στο νησί,
πλούσιος με όσα κέρδισες στον δρόμο,
μη προσδοκώντας πλούτη να σε δώσει η Ιθάκη. 30

Η Ιθάκη σ’ έδωσε τ’ ωραίο ταξίδι.
Χωρίς αυτήν δεν θα΄ βγαινες στον δρόμο.
Άλλα δεν έχει να σε δώσει πια.

Κι αν πτωχική την βρεις, η Ιθάκη δεν σε γέλασε.
Έτσι σοφός που έγινες, με τόση πείρα,              35
ήδη θα το κατάλαβες οι Ιθάκες τι σημαίνουν. 

α1. Το ποίημα ανήκει στην παραδοσιακή ή στη μοντέρνα ποίηση; Να αναφέρετε τέσσερα (4) χαρακτηριστικά που επιβεβαιώνουν την απάντησή σας.



β1. Ποιες παρατηρήσεις μπορείτε να κάνετε για τη γλώσσα του ποιήματος; Να στηρίξετε την απάντησή σας με παραδείγματα από το ποίημα.
β2. Ο ποιητής χρησιμοποιεί στο ποίημα το β΄ ενικό πρόσωπο. Σε ποιον νομίζετε ότι απευθύνεται; Τι πετυχαίνει μ΄ αυτόν τον εκφραστικό τρόπο;


γ1. Ο Καβάφης επηρεάστηκε από τον συμβολισμό. Να καταγράψετε τρεις (3) λέξεις ή φράσεις που λειτουργούν ως σύμβολα και να δώσετε την ερμηνεία τους.

δ1. Οι στίχοι 14-23 έχουν έναν «απαριθμητικό» χαρακτήρα. Απαριθμούν τα αγαθά που αποκομίζει ο ταξιδιώτης για την Ιθάκη. Ποια είναι αυτά τα πολύτιμα αγαθά και πώς θα μπορούσαν να ερμηνευτούν;
δ2. Έχει διατυπωθεί η άποψη ότι στον Καβάφη το βασικό νόημα αποκωδικοποιείται στον τελευταίο στίχο του ποιήματος, δηλαδή ο καταληκτικός στίχος κρύβει τη βαθύτερη ουσία του κειμένου. Επαληθεύεται η παραπάνω άποψη στο συγκεκριμένο ποίημα; Να τεκμηριώσετε την απάντησή σας.
δ3. Σε ποια κατηγορία των ποιημάτων του Καβάφη (βλ.εισαγωγή) θα μπορούσατε να εντάξετε το ποίημα; Να αιτιολογήσετε την απάντησή σας.


Τείχη (1897)
Χωρίς περίσκεψιν, χωρίς λύπην, χωρίς αιδώ
μεγάλα κ' υψηλά τριγύρω μου έκτισαν τείχη.

Και κάθομαι και απελπίζομαι τώρα εδώ.
Άλλο δεν σκέπτομαι: τον νουν μου τρώγει αυτή η τύχη·

διότι πράγματα πολλά έξω να κάμω είχον.
Α όταν έκτιζαν τα τείχη πώς να μην προσέξω.

Αλλά δεν άκουσα ποτέ κρότον κτιστών ή ήχον.
Ανεπαισθήτως μ' έκλεισαν από τον κόσμον έξω.

Περιμένοντας τους βαρβάρους (1904)


- Τι περιμένουμε στην αγορά συναθροισμένοι;
   Είναι οι βάρβαροι να φθάσουν σήμερα.

- Γιατί μέσα στην Σύγκλητο μια τέτοια απραξία;
Τι κάθοντ' οι Συγκλητικοί και δεν νομοθετούνε;

Γιατί οι βάρβαροι θα φθάσουν σήμερα.                   
Τι νόμους πια θα κάμουν οι Συγκλητικοί;
Οι βάρβαροι σαν έλθουν θα νομοθετήσουν.

- Γιατί ο αυτοκράτωρ μας τόσο πρωί σηκώθη,
και κάθεται στης πόλεως την πιο μεγάλη πύλη
στον θρόνο επάνω, επίσημος, φορώντας την κορόνα; 

Γιατί οι βάρβαροι θα φθάσουν σήμερα.
Κι ο αυτοκράτωρ περιμένει να δεχθεί.
τον αρχηγό τους. Μάλιστα ετοίμασε
για να τον δώσει μια περγαμηνή. Εκεί
τον έγραψε τίτλους πολλούς κι ονόματα.                 

- Γιατί οι δυο μας ύπατοι κι οι πραίτορες εβγήκαν
σήμερα με τες κόκκινες, τες κεντημένες τόγες·
γιατί βραχιόλια φόρεσαν με τόσους αμεθύστους,
και δαχτυλίδια με λαμπρά, γυαλιστερά σμαράγδια·
γιατί να πιάσουν σήμερα πολύτιμα μπαστούνια            20
 μ' ασήμια και μαλάματα έκτακτα σκαλιγμένα;

Γιατί οι βάρβαροι θα φθάσουν σήμερα·
και τέτοια πράγματα θαμπώνουν τους βαρβάρους.

- Γιατί κι οι άξιοι ρήτορες δεν έρχονται σαν πάντα
να βγάλουνε τους λόγους τους, να πούνε τα δικά τους; 

Γιατί οι βάρβαροι θα φθάσουν σήμερα·
κι αυτοί βαριούντ' ευφράδειες και δημηγορίες.

- Γιατί ν' αρχίσει μονομιάς αυτή η ανησυχία
κι η σύγχυσις. (Τα πρόσωπα τι σοβαρά που εγίναν).
Γιατί αδειάζουν γρήγορα οι δρόμοι κι οι πλατέες,         
κι όλοι γυρνούν στα σπίτια τους πολύ συλλογισμένοι;

Γιατί ενύχτωσε κι οι βάρβαροι δεν ήλθαν.
Και μερικοί έφθασαν απ' τα σύνορα,
και είπανε πως βάρβαροι πια δεν υπάρχουν.

Και τώρα τι θα γενούμε χωρίς βαρβάρους.                 
Οι άνθρωποι αυτοί ήσαν μια κάποια λύσις.

 

 

α1. Το ποίημα ανήκει στην παραδοσιακή ή στη μοντέρνα ποίηση; Να αναφέρετε τέσσερα (4) χαρακτηριστικά που επιβεβαιώνουν την απάντησή σας.



β1. Ποιες παρατηρήσεις μπορείτε να κάνετε για τη γλώσσα του ποιήματος; Να στηρίξετε την απάντησή σας με παραδείγματα από το ποίημα.
β2. Το ποίημα διακρίνεται για τη θεατρικότητά του. Να βρείτε τα στοιχεία που τη συνιστούν.
β3. Σε ποια εποχή ή πόλη νομίζετε ότι διαδραματίζονται τα γεγονότα; Να δικαιολογήσετε την απάντησή σας με λέξεις ή φράσεις του ποιήματος.

γ1. Σε ποια κατηγορία των ποιημάτων του Καβάφη (βλ.εισαγωγή) θα μπορούσατε να εντάξετε το ποίημα; Να αιτιολογήσετε την απάντησή σας.

δ1. Ποια είναι τα χαρακτηριστικά των «βαρβάρων», όπως προκύπτουν από το ποίημα; Τι συμβολίζουν, κατά τη γνώμη σας, οι βάρβαροι;
δ2. Ποια γνωρίσματα δείχνει να έχει η Πολιτεία που περιμένει τους βαρβάρους; 
δ3. Να σχολιάσετε τους δυο τελευταίους στίχους του ποιήματος.





Ηδονή (1917)
Χαρά και μύρο της ζωής μου η μνήμη των ωρών
που ηύρα και που κράτηξα την ηδονή ως την ήθελα.
Χαρά και μύρο της ζωής μου εμένα, που αποστράφηκα
την κάθε απόλαυσιν ερώτων της ρουτίνας. 

Η πόλις (1910)
Είπες· «Θα πάγω σ' άλλη γη, θα πάγω σ' άλλη θάλασσα.
Μια πόλις άλλη θα βρεθεί καλλίτερη απ' αυτή.
Κάθε προσπάθεια μου μια καταδίκη είναι γραφτή·
κ' είν' η καρδιά μου -σαν νεκρός- θαμμένη.
Ο νους μου ως πότε μες στον μαρασμόν αυτόν θα μένει.
Όπου το μάτι μου γυρίσω, όπου κι αν δω
ερείπια μαύρα της ζωής μου βλέπω εδώ,
που τόσα χρόνια πέρασα και ρήμαξα και χάλασα.»

Καινούργιους τόπους δεν θα βρεις, δεν θα βρεις άλλες θάλασσες.
Η πόλις θα σε ακολουθεί. Στους δρόμους θα γυρνάς
τους ίδιους. Και στες γειτονιές τες ίδιες θα γερνάς·
και μες στα ίδια σπίτια αυτά θ' ασπρίζεις.
Πάντα στην πόλι αυτή θα φθάνεις. Για τα αλλού -μη ελπίζεις-
δεν έχει πλοίο για σε, δεν έχει οδό.
Έτσι που τη ζωή σου ρήμαξες εδώ
στην κώχη τούτη την μικρή, σ' όλην την γη την χάλασες.

α1. Στα ποιήματα του Καβάφη συναντάμε χαρακτηριστικά τόσο της παραδοσιακής όσο και της μοντέρνας ποίησης. Να τεκμηριώσετε την παραπάνω παρατήρηση.


β1. Ποιες παρατηρήσεις μπορείτε να κάνετε για τη γλώσσα του ποιήματος; Να στηρίξετε την απάντησή σας με παραδείγματα από το ποίημα.
β2. Προσέξετε τα ρηματικά πρόσωπα που χρησιμοποιούνται στο ποίημα. Ποιο κλίμα δημιουργούν;
β3. Ποια είναι η βασική αντίθεση που κυριαρχεί στο ποίημα; Να τη σχολιάσετε.
β4. Να εντοπίσετε τέσσερις (4) μεταφορικές εκφράσεις και να σχολιάσετε τη λειτουργία τους.

γ1. Ποια στοιχεία θεατρικότητας εντοπίζετε στο ποίημα; 

δ1. Ποιο είναι, κατά τη γνώμη σας, το νόημα του ποιήματος; Να σχολιάσετε ιδιαίτερα τους δύο ακροτελεύτιους στίχους.
δ2. Σε ποια κατηγορία των ποιημάτων του Καβάφη (βλ. εισαγωγή) θα μπορούσατε να εντάξετε το ποίημα; Να αιτιολογήσετε την απάντησή σας.


Ένας γέρος (1897)
Στου καφενείου του βοερού το μέσα μέρος
σκυμένος στο τραπέζι κάθετ' ένας γέρος·
με μιαν εφημερίδα εμπρός του, χωρίς συντροφιά.

Και μες στων άθλιων γηρατειών την καταφρόνεια
σκέπτεται πόσο λίγο χάρηκε τα χρόνια
που είχε και δύναμι, και λόγο, κ' εμορφιά.

Ξέρει που γέρασε πολύ· το νοιώθει, το κυττάζει.
Κ' εν τούτοις ο καιρός που ήταν νέος μοιάζει
σαν χθές. Τι διάστημα μικρό, τι διάστημα μικρό.

Και συλλογιέται η Φρόνησις πώς τον εγέλα·
και πώς την εμπιστεύονταν πάντα - τι τρέλλα! -
την ψεύτρα που έλεγε· «Αύριο. Εχεις πολύν καιρό.»

Θυμάται ορμές που βάσταγε· και πόση
χαρά θυσίαζε. Την άμυαλή του γνώσι
κάθ' ευκαιρία χαμένη τώρα την εμπαίζει.

Μα απ' το πολύ να σκέπτεται και να θυμάται
ο γέρος εζαλίσθηκε. Κι αποκοιμάται
στου καφενείου ακουμπισμένος το τραπέζι.

Κεριά (1899)
Του μέλλοντος οι μέρες στέκοντ' εμπροστά μας
σα μιά σειρά κεράκια αναμένα -
χρυσά, ζεστά, και ζωηρά κεράκια.

Οι περασμένες μέρες πίσω μένουν,
μια θλιβερή γραμμή κεριών σβησμένων·
τα πιο κοντά βγάζουν καπνόν ακόμη,
κρύα κεριά, λιωμένα, και κυρτά.

Δεν θέλω να τα βλέπω· με λυπεί η μορφή των,
και με λυπεί το πρώτο φως των να θυμούμαι.
Εμπρός κυττάζω τ' αναμένα μου κεριά.

Δεν θέλω να γυρίσω να μη διω και φρίξω
τι γρήγορα που η σκοτεινή γραμμή μακραίνει,
τι γρήγορα που τα σβυστά κεριά πληθαίνουν.

 Τρώες (1905)
Είν' η προσπάθειές μας, των συφοριασμένων·
είν' η προσπάθειές μας σαν των Τρώων.
Κομμάτι κατορθώνουμε· κομμάτι
παίρνουμ' επάνω μας· κι αρχίζουμε
νάχουμε θάρρος και καλές ελπίδες.

Μα πάντα κάτι βγαίνει και μας σταματά.
Ο Αχιλλεύς στην τάφρον εμπροστά μας
βγαίνει και με φωνές μεγάλες μας τρομάζει.

Είν' η προσπάθειές μας σαν των Τρώων.
Θαρρούμε πως με απόφασι και τόλμη
θ' αλλάξουμε της τύχης την καταφορά,
κ' έξω στεκόμεθα ν' αγωνισθούμε.

Αλλ' όταν η μεγάλη κρίσις έλθει,
η τόλμη κ' η απόφασίς μας χάνονται·
ταράττεται η ψυχή μας, παραλύει·
κι ολόγυρα απ' τα τείχη τρέχουμε
ζητώντας να γλυτώσουμε με την φυγή.

Όμως η πτώσις μας είναι βεβαία. Επάνω,
στα τείχη, άρχισεν ήδη ο θρήνος.
Των ημερών μας αναμνήσεις κλαιν κ' αισθήματα.
Πικρά για μας ο Πρίαμος κ' η Εκάβη κλαίνε.

Απολείπειν ο Θεός Αντώνιον (1911)

Σαν έξαφνα, ώρα μεσάνυχτ', ακούσθει
αόρατος θίασος να περνά
με μουσικές εξαίσιες, με φωνές -
την τύχη σου που ενδίδει πια, τα έργα σου
που απέτυχαν, τα σχέδια της ζωής σου
που βγήκαν όλα πλάνες, μη ανωφέλετα θρηνήσεις.
Σαν έτοιμος από καιρό, σα θαρραλέος,
αποχαιρέτα την, την Αλεξάνδρεια που φεύγει.
Προ πάντων να μη γελασθείς, μην πεις πως ήταν
ένα όνειρο, πως απατήθηκεν η ακοή σου·
μάταιες ελπίδες τέτοιες μην καταδεχθείς.
Σαν έτοιμος από καιρό, σα θαρραλέος,
σαν που ταιριάζει σε που αξιώθηκες μια τέτοια πόλι,
πλησίασε σταθερά προς το παράθυρο,
κι άκουσε με συγκίνησιν, αλλ' όχι
με των δειλών τα παρακάλια και παράπονα,
ως τελευταία απόλαυσι τους ήχους,
τα εξαίσια όργανα του μυστικού θιάσου,
κι αποχαιρέτα την, την Αλεξάνδρεια που χάνεις.

 Όσο μπορείς (1913)
Κι αν δεν μπορείς να κάμεις την ζωή σου
όπως την θέλεις,
τούτο προσπάθησε τουλάχιστον
όσο μπορείς: μην την εξευτελίζεις
μες στην πολλή συνάφεια του κόσμου,
μες στες πολλές κινήσεις κι ομιλίες.

Μην την εξευτελίζεις πιαίνοντάς την,
γυρίζοντας συχνά κ' εκθέτοντάς την,
στων σχέσεων και των συναναστροφών
την καθημερινήν ανοησία,
ως που να γίνει σα μιά ξένη φορτική.

Απ΄ τες εννιά (1918)
Δώδεκα και μισή. Γρήγορα πέρασεν η ώρα
απ’ τες εννιά που άναψα την λάμπα,
και κάθισα εδώ. Κάθουμουν χωρίς να διαβάζω,
και χωρίς να μιλώ. Με ποιόνα να μιλήσω
κατάμονος μέσα στο σπίτι αυτό.

Το είδωλον του νέου σώματός μου,
απ’ τες εννιά που άναψα την λάμπα,
ήλθε και με ηύρε και με θύμισε
κλειστές κάμαρες αρωματισμένες,
και περασμένην ηδονή— τι τολμηρή ηδονή!
Κ’ επίσης μ’ έφερε στα μάτια εμπρός,
δρόμους που τώρα έγιναν αγνώριστοι,
κέντρα γεμάτα κίνησι που τέλεψαν,
και θέατρα και καφενεία που ήσαν μια φορά.

Το είδωλον του νέου σώματός μου
ήλθε και μ’ έφερε και τα λυπητερά·
πένθη της οικογένειας, χωρισμοί,
αισθήματα δικών μου, αισθήματα
των πεθαμένων τόσο λίγο εκτιμηθέντα.

Δώδεκα και μισή. Πώς πέρασεν η ώρα.
Δώδεκα και μισή. Πώς πέρασαν τα χρόνια.

Αιμιλιανός Μονάη, Αλεξανδρεύς, 628-655 μ.Χ. (1918)
Με λόγια, με φυσιογνωμία, και με τρόπους
μια εξαίρετη θα κάμω πανοπλία·
και θ' αντικρύζω έτσι τους κακούς ανθρώπους
χωρίς να έχω φόβον ή αδυναμία.

Θα θέλουν να με βλάψουν. Αλλά δεν θα ξέρει
κανείς απ' όσους θα με πλησιάζουν
πού κείνται η πληγές μου, τα τρωτά μου μέρη,
κάτω από τα ψεύδη που θα με σκεπάζουν. -

Ρήματα της καυχήσεως του Αιμιλιανού Μονάη.
Άραγε να΄ καμε ποτέ την πανοπλία αυτή;
Εν πάση περιπτώσει, δεν την φόρεσε πολύ.
Είκοσι επτά χρονώ, στην Σικελία πέθανε.